Με την επιστολή του εποπτικού μηχανισμού της ΕΚΤ (SSM) προς τους διευθύνοντες συμβούλους όλων των συστημικών τραπεζών στην Ευρωζώνη ξεκινά η αντίστροφη μέτρηση για τα κλιματικά stress test και για τις ελληνικές τράπεζες το 2022. Όπως εξηγεί στη 2σέλιδη επιστολή του ο γενικός διευθυντής του SSM, κ. Στεφάν Βάλτερ, ενώ η ΕΚΤ επιθυμεί τα αποτελέσματα των ελέγχων αυτών να έχουν νόημα και ως προς την κεφαλαιακή επάρκεια, σε αυτή τη φάση δεν πρόκειται οι τράπεζες να έχουν κάποια επίπτωση ως προς απαιτούμενα κεφάλαια του Πυλώνα 2 (τα επιπλέον των ελάχιστων εποπτικών για την κάλυψη υποτιμημένων ή άλλων κινδύνων που δεν είχαν ληφθεί υπόψη). Θα ληφθούν υπόψη στην επόμενη αναθεώρηση των εποπτικών κριτηρίων το 2022, ενώ διαβεβαιώνει ότι δεν θα μπουν οι τράπεζες στη διαδικασία να δημοσιοποιούν στοιχεία και δείκτες που ακόμα δεν είναι σε θέση να το κάνουν.
ΕΚΤ και SSM δίνουν ιδιαίτερη έμφαση σε αυτά, καθώς από το 2023 το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων από την πρώτη θα λαμβάνει υπόψη και την έκθεση των εκδοτών τους στην κλιματική αλλαγή. Δηλαδή, θα προτιμώνται τα πράσινα ομόλογα από την ΕΚΤ, έναντι των υπολοίπων, δημιουργώντας τιμές και ζήτηση δύο ταχυτήτων. Αυτό ισχύει τόσο για τα κρατικά ομόλογα όσο και τα εταιρικά ομόλογα που δίνουν οι τράπεζες στην ΕΚΤ, αλλά και για τα δικά τους (των τραπεζών).
Ενεργειακή κρίση
Στην επιστολή, ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στο δυσμενές σενάριο, το οποίο προβλέπει την απότομη αύξηση των τιμών ρύπων μέσα στο 2022 και να παραμένουν σε υψηλά επίπεδα για τρία χρόνια. Πρόκειται για εξέλιξη, η οποία συνδέεται άμεσα με τη σημερινή εκτίναξη των τιμών ενέργειας και των τιμών στα χρηματιστήρια ρύπων. Το δυσμενές σενάριο προβλέπει επιπτώσεις στην ανάπτυξη, τα επιτόκια, τον πληθωρισμό, την απασχόληση, στα εταιρικά ομόλογα και στα οικονομικά επιχειρήσεων που επηρεάζονται από τις τιμές ρύπων και ενέργειας. Ακόμα λαμβάνεται υπόψη και ο πιστωτικός κίνδυνος των τραπεζών που συνδέεται με τη ζημία της φήμης των επιχειρήσεων που έχουν δανείσει και οι οποίες πλήττονται από την πράσινη μετάβαση ή άλλους κινδύνους από την κλιματική αλλαγή (πχ φυσικές καταστροφές).
Χρονοδιάγραμμα
Τα κλιματικά στρες τεστ του 2022 θα ξεκινήσουν τον Μάρτιο και θα ολοκληρωθούν τον Ιούλιο. Ως σημείο αναφοράς λαμβάνονται τα στοιχεία της 31ης Δεκεμβρίου 2021. Οι προβλέψεις για κινδύνους από κλιματική αλλαγή καλύπτουν τα επόμενα 30 χρόνια.
Δυσμενές σενάριο
Το δυσμενές σενάριο στηρίζεται στην υπόθεση ότι οι τιμές ρύπων αυξάνονται κατά 100 δολάρια του 2022 και για μια τριετία, αντί να αυξηθούν κατά 100 δολάρια σε μία τριετία κατά την περίοδο της ομαλής πράσινης μετάβασης το 2030-2032, όπως προβλέπει το βασικό σενάριο. Στην πραγματικότητα, τα stress tests θα δοκιμάσουν τις αντοχές των τραπεζών σε κλιματικούς κινδύνους, συγκρίνοντας τις επιπτώσεις από μία ομαλή μετάβαση με εκείνη της ανεξέλεγκτης.
Μεθοδολογία
Η μεθοδολογία, η οποία περιληπτικά παρουσιάζεται στην επιστολή, αλλά επισυνάπτεται με έναν πολυσέλιδο οδηγό, περιλαμβάνει τρία στάδια ελέγχων:
Στο πρώτο στάδιο, οι τράπεζες καλούνται να απαντήσουν ένα ερωτηματολόγιο, από το οποίο θα προκύψει ποιοτική ανάλυση σχετικά με τους κλιματικούς κινδύνους και το πόσο προετοιμασμένες. Για παράδειγμα, οι τράπεζες θα πρέπει να απαντήσουν για τις εξασφαλίσεις, πχ ακίνητα, που καλύπτουν δάνεια και πόσο αυτά εκτίθενται σε κίνδυνο από φυσικές καταστροφές, αν καλύπτονται οι κίνδυνοι αυτοί από ασφαλιστικά συμβόλαια, για το ποσοστό αποζημίωσης από το κράτος και από τις ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες κλπ.
Σε δεύτερο στάδιο δημιουργούνται δείκτες μέτρησης των κινδύνων και του πόσο είναι οι τράπεζες εκτεθειμένες σε αυτούς. Ειδικότερα, δημιουργούνται δείκτες για να υπολογίζουν το κατά πόσο εξαρτώνται τα έσοδα, πχ από επιτόκιο και προμήθειες από επιχειρήσεις που είναι εκτεθειμένες σε περιβαλλοντικούς κινδύνους. Μία επιχείρηση ή ένας δανειολήπτης μπορεί να είναι εκτεθειμένος σε κινδύνους που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή και η τράπεζα να μπορεί να ζημιώνεται με άμεσους και έμμεσους τρόπους. Για παράδειγμα, ο κίνδυνος μπορεί να συνδέεται με τον κλάδο δραστηριοποίησης μιας εταιρείας ή την τοποθεσία ενός ακινήτου, αλλά και από την αμέλεια μιας επιχείρισης να προχωρήσει στην πράσινη μετάβαση. Ένας άλλος κίνδυνος για τις τράπεζες προέρχεται από τις επιπτώσεις που μπορεί να έχει η κλιματική αλλαγή στα collateral. Δηλαδή, ένας κίνδυνος μπορεί να μην επηρεάζει τη λειτουργία μιας επιχείρησης αλλά να έχει αρνητικές επιπτώσεις στις εξασφαλίσεις. Επιπλέον εξετάζεται η επίπτωση στα εταιρικά ομόλογα αλλά και στη ζημία που μπορεί να προκληθεί στη φήμη μιας επιχείρησης από μη επιτυχή πράσινη μετάβαση.
Σε τρίτο επίπεδο πραγματοποιούνται stress test ξεκινώντας από τη βάση προς την κορυφή, εξετάζοντας τις επιπτώσεις από δύο μορφών κινδύνων:
- Κόστη/ζημίες που συνδέονται με την πράσινη μετάβαση.
- Τις επιπτώσεις από φυσικές καταστροφές και, συγκεκριμένα , από πλημμύρες, ξηρασία και άνοδο της θερμοκρασίας.
Για τους κινδύνους αυτούς οι τράπεζες θα πρέπει να υπολογίσουν την έκθεσή τους ως προς τον πιστωτικό κίνδυνο και ως προς την έκθεσή τους στις αγορές.
Υπενθυμίζεται ότι το 2021 αποτέλεσε το έτος προετοιμασίας και των ελληνικών τραπεζών για κλιματικά στρες τεστ του 2022. Στα δοκιμαστικά κλιματικά stress test του 2021, οι ελληνικές τράπεζες παρουσιάζουν υψηλό βαθμό έκθεσης σε περιβαλλοντικούς κινδύνους. Συγκεκριμένα, η ΕΚΤ υπολόγισε ότι το 10% των επιχειρήσεων-πελατών τους παραμένει εκτεθειμένο στην κλιματική αλλαγή. Πάνω από το 90% του κινδύνου συνδέεται με φυσικές καταστροφές (πλημμύρες κλπ), ενώ ο κίνδυνος από την πράσινη μετάβαση περιορίζεται στο 30%.
(του Λεωνίδα Στεργίου, capital.gr)
ΕΚΤ και SSM δίνουν ιδιαίτερη έμφαση σε αυτά, καθώς από το 2023 το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων από την πρώτη θα λαμβάνει υπόψη και την έκθεση των εκδοτών τους στην κλιματική αλλαγή.