H διαδοχή έχει γίνει το θέμα των ημερών και όχι μόνο επειδή η επιτυχημένη σειρά Succession του HBO πλησιάζει στο τέλος της.
Ενώ τα αδέλφια Μέρντοχ – συγγνώμη, Ρόι ήθελα να πω – τσακώνονται για το ποιος θα αναλάβει τον έλεγχο της μιντιακής αυτοκρατορίας του πατέρα τους, στον πραγματικό κόσμο η κληρονόμος της Zara, Μάρτα Ορτέγκα, θα αναλάβει τα ηνία στην Inditex, τον ισπανικό κολοσσό μόδας. Εν τω μεταξύ, ο τεχνολογικός οραματιστής Τζακ Ντόρσει παραιτείται από CEO του Twitter για να επικεντρωθεί στην Square, την fintech εταιρεία του, με τον CTO Παράγκ Αγκραουάλ, να παίρνει τη θέση του στo δημοφιλές κοινωνικό δίκτυο.
Ενδεχομένως οι αλλαγές αυτές να δώσουν στον Ντόρσεϊ όχι μόνο περισσότερο χρόνο να σκεφτεί για τα κρυπτονομίσματα, αλλά και περισσότερο περιθώριο για εκείνες τις συνεδρίες γιόγκα που πρέπει να απεχθανόταν τόσο πολύ ο ακτιβιστής επενδυτής Πολ Σίνγκερ. Η Elliot Management του Σίνγκερ πίεζε για την απομάκρυνση του Ντόρσεϊ με το σκεπτικό ότι κανένας δεν μπορεί να ηγείται δύο εισηγμένων εταιρειών.
Μπορεί επίσης να είναι σημάδι ενός ευρύτερου κύματος αποχώρησης των ανώτερων στελεχών, καθώς οι συνθήκες στην αγορά και την πραγματική οικονομία γίνονται δυσκολότερες, και η διοίκηση μιας μεγάλης εισηγμένης εταιρείας γίνεται πιο απαιτητική.
Κάποιος θα μπορούσε βέβαια να ισχυριστεί ότι αυτό δεν είναι καινούργιο φαινόμενο αλλά ισχύει εδώ και δύο χρόνια. Κατά το πρώτο μέρος του 2020, όταν ξεκίνησε η πανδημία, τα διοικητικά συμβούλια ήθελαν να κρατήσουν τους CEO στη θέση τους εξαιτίας της Covid-19. Αλλά ο αριθμός των ανακοινώσεων για αλλαγές στην ηγεσία εταιρειών αυξήθηκε σημαντικά σε σχέση με το δεύτερο μισό του 2020, σύμφωνα με έρευνα του CBO για τον δείκτη Russell 3000 και τον S&P 500. Oι CEO επικαλέστηκαν αυξημένα επίπεδα «κόπωσης μετά από μια ταραχώδη και εξαντλητική χρονιά», όπως αναφέρουν οι συντάκτες της έρευνας.
Η τάση αυτή μπορεί να αντανακλάται στο γεγονός ότι συρρικνώθηκε σημαντικά το χάσμα στα ποσοστά διαδοχής ανάμεσα στις εταιρείες με κακές και καλές επιδόσεις, το οποίο είναι συνήθως σχετικά μεγάλο. Η αύξηση των αποχωρήσεων οφείλεται περισσότερο στην παραίτηση κορυφαίων στελεχών λόγω εξάντλησης παρά στην εκδίωξη τους από τρίτους.
Τα πράγματα μπορεί να γίνουν χειρότερα. Ακόμα και πριν την πανδημία, το βάθος και το εύρος του ψηφιακού μετασχηματισμού δημιουργούσε ένα από τα πιο δυναμικά αλλά ταυτόχρονα πιο δύσκολα επιχειρηματικά περιβάλλοντα στην πρόσφατη ιστορία. Προσθέστε σε αυτό τις νέες ανησυχίες για την υγεία και την ευεξία των υπαλλήλων, την αξιοπιστία των εφοδιαστικών αλυσίδων, την αλλαγή της καταναλωτικής συμπεριφοράς, τον εργασιακό ακτιβισμό, τον πληθωρισμό και τη στροφή της Fed από τη χαλαρή νομισματική πολιτική, και έχει τα συστατικά για μια δύσκολη χρονιά.
Ακόμα περισσότερο, ένα επερχόμενο κύμα εξαγορών και συγχωνεύσεων αναμένεται να δημιουργήσει τα δικά του θύματα στην τάξη των CEO. Ο αριθμός των εισηγμένων εταιρειών συρρικνώνεται εδώ και δύο περίπου δεκαετίες. Σύμφωνα με στοιχεία του ΟΟΣΑ, είναι σήμερα περίπου 30.000 λιγότερες από ότι ήταν το 2005. Μια νέα έκθεση του οίκου Schroder’s σημειώνει ότι από τις 977 εταιρείες που βγήκαν από το χρηματιστήριο στις ΗΠΑ μετά το 2010, το 84% το έκανε γιατί εξαγοράστηκε από άλλες εταιρείες.
Όπως επισημαίνει ο επικεφαλής έρευνας και ανάλυσης του Schroder’s, Nτάνκαν Λαμόντ: «H αύξηση των εταιρικών εξαγορών είναι κάτι που συντελείται εδώ και πολλά χρόνια. Αλλά το πάρτι μπορεί μόλις να ξεκίνησε. Οι συνθήκες είναι ιδανικές για περαιτέρω αύξηση των εξαγορών και συγχωνεύσεων: πολλές εταιρείες έχουν πακτωλό χρημάτων, τα «πυρομαχικά» των εταιρειών private equity είναι κοντά σε επίπεδα ρεκόρ (χρήματα που έχουν αντληθεί, αλλά δεν έχουν επενδυθεί) και το κόστος δανεισμού βρίσκεται σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα».
Όλα αυτά θα μπορούσαν να δώσουν ώθηση στις μετοχές. Τα κύματα συγχωνεύσεων και εξαγορών, όπως οι επαναγορές μετοχών, συνήθως το κάνουν. Ωστόσο, θα οδηγήσει παράλληλα και σε συγκεντροποίηση, το οποίο θα οδηγήσει αναπόφευκτα σε νέες διαδοχές.
Οι CEO που θα μείνουν όρθιοι θα είναι πολύ απασχολημένοι. Η στήριξη της Fed που είχε κρατήσει τις τιμές των μετοχών ψηλά για τόσο καιρό θα κοπεί, με τον Τζερόμ Πάουελ, τον πρόεδρο της κεντρικής τράπεζας, να αφήνει να εννοηθεί ότι το tapering και οι αυξήσεις επιτοκίων θα έρθουν νωρίτερα από ότι αναμένεται. Αυτό είναι κάτι καλό, καθώς θα αφαιρέσει κάποιες «φούσκες» από τις αγορές. Αλλά δεν θα είναι καλό για τα κέρδη. Ούτε και ο πληθωρισμός που βλέπουμε τόσο στα αγαθά όσο και στην εργασία.
Εν τω μεταξύ, καθώς το κλίμα στις αγορές αλλάζει, οι CEO θα δεχτούν πιθανότατα πιέσεις από όλες τις πλευρές. Πρώτον, ακτιβιστές όπως η Elliot Management θα απαιτήσουν σίγουρα περισσότερο «σφίξιμο της ζώνης». Αλλά θα υπάρξουν πιέσεις και από συνδικάτα, τα οποία βλέπουν τον ρόλο τους να έχει ενισχυθεί και πάλι, από τις κυβερνήσεις που θέλουν περισσότερες και καλύτερες περιβαλλοντικές, κοινωνικές και διοικητικές δεσμεύσεις και από όποιον άλλον έχει συμφέροντα στον καπιταλισμού των «συμμετοχών» αντί του καπιταλισμού των «μετόχων».
Η αποτίμηση της επιτυχίας με κριτήρια που δεν περιορίζονται στην τιμή της μετοχής είναι, φυσικά, καλή ιδέα. Αλλά ακόμα δεν υπάρχει ξεκάθαρη συμφωνία για το πώς πρέπει να μετριέται η εταιρική απόδοση – αν και οι κυβερνήσεις και οι ρυθμιστικές αρχές και από τις δύο πλευρές του Ατλαντικού προσπαθούν να προτείνουν ιδέες. Αυτό είναι δύσκολο για τα στελέχη των επιχειρήσεων.
Αλλά ενώ τα κριτήρια μπορεί να είναι θολά, οι CEO ήδη αξιολογούνται από την αγορά όχι μόνο με βάση τους στόχους για τα κέρδη, αλλά και για την ικανότητα τους να εκφράζουν αξίες, να αντιμετωπίζουν την ανισότητα, να διαχειρίζονται το ταλέντο, να οργανώνουν εφοδιαστικές αλυσίδες, να επηρεάζουν το περιβάλλον και να επικοινωνούν με τους υπαλλήλους, τους πελάτες και τις τοπικές κοινότητες.
Πράγματι, οι συντάκτες της έρευνας του Conference Board υπέθεσαν ότι αυτός μπορεί να είναι ένας ακόμα λόγος για την απότομη συρρίκνωση του χάσματος στα ποσοστά διαδοχής CEO στις εταιρείες με κακές και καλές επιδόσεις. Όπως επισημαίνεται στην έρευνα, είναι πιθανό «παράγοντες πέρα από την επίδοση στην αγορά μετοχών να αρχίζουν να έχουν μεγαλύτερο βάρος» στην απόφαση ενός διοικητικού συμβουλίου για το αν θα κρατήσει έναν CEO.
Oι τηλεοπτικοί Ρόι δεν είναι οι μόνοι που είναι αντιμέτωποι με σκάνδαλα, τιμές μετοχών και διαδικασίες διαδοχής. Είτε από επιλογή είτε επειδή αναγκάζονται, πολλά στελέχη μπορεί πολύ σύντομα να έχουν περισσότερο χρόνο να τελειοποιήσουν τις στάσεις τους στη γιόγκα.
*Associate editor at the Financial Times
Πηγή: Financial Times (μτφ Euro2day)
Υπό ασφυκτική πίεση οι διευθύνοντες σύμβουλοι εισηγμένων. Η τάση αποχώρησης και ο ρόλος της πανδημίας και της αναζήτησης νέων κριτηρίων αξιολόγησης. Οι νέοι πονοκέφαλοι από το κύμα εξαγορών και συγχωνεύσεων.