Εκατοντάδες βρετανικές τράπεζες, καθώς επίσης μεσιτικές και ασφαλιστικές εταιρείες με έδρα τo City έχασαν την προθεσμία για να συμπληρώσουν ένα ερωτηματολόγιο στο πλαίσιο έρευνας της Χρηματοπιστωτικής Εποπτικής Αρχής (FCA) σχετικά με τη σεξουαλική παρενόχληση και τον εκφοβισμό, γεγονός που υποδηλώνει ότι οι εταιρείες δυσκολεύονται να αντιληφθούν την έκταση του προβλήματος.
.
Τον περασμένο Φεβρουάριο, η Αρχή Χρηματοοικονομικής Συμπεριφοράς απέστειλε αιτήματα συλλογής δεδομένων σε μια προσπάθεια να κατανοήσει την έκταση των μη χρηματοοικονομικών παραπτωμάτων στις επιχειρήσεις που εποπτεύει. Συγκεκριμένα, ζήτησε στοιχεία για τον αριθμό των περιστατικών, λεπτομέρειες σχετικά με τον τρόπο παροχής πληροφοριών, καθώς και τη χρήση συμφωνητικών εμπιστευτικότητας τα τελευταία τρία χρόνια.
Σύμφωνα με πληροφορίες του Bloomberg το ένα τέταρτο των επιχειρήσεων έχασε την αρχική προθεσμία. Η FCA δήλωσε ότι η έρευνα πραγματοποιήθηκε με τη συμμετοχή λίγο πάνω από 1.000 επιχειρήσεων, ενώ 261 εξ αυτών δεν απάντησαν εγκαίρως και μόλις 36 ζήτησαν παράταση.
«Αυτό και μόνο το γεγονός, πέρα από τις ίδιες τις απαντήσεις, είναι πιθανό να προκαλέσει περαιτέρω έλεγχο από την FCA», δήλωσε η Imogen Makin, δικηγόρος σε θέματα επιχειρηματικού εγκλήματος στην WilmerHale στο Λονδίνο.
Η διεξαγωγή της έρευνας ανακοινώθηκε τον Ιανουάριο υπό την πίεση μια διακομματικής επιτροπής του Υπουργείου Οικονομικών στον απόηχο μιας σειράς σκανδάλων, όπως οι καταγγελίες για πλήθος σεξουαλικών παρενοχλήσεων από τον πρώην επικεφαλής του hedge fund Crispin Odey.
Ωστόσο, μετά την πτώση του Odey, δικηγόροι και ακτιβιστές αναρωτιούνται τι έχει αλλάξει, αν έχει αλλάξει κάτι, για τη βελτίωση των εργασιακών συνθηκών στις επιχειρήσεις του City. Δικαστήριο του Λονδίνου για εργασιακά θέματα πρόκειται σύντομα να αποφανθεί σχετικά με το ποσό που πρέπει να επιδικασθεί σε μια πρώην τραπεζίτη της Barclays Plc, καθώς άκουσε πώς το αφεντικό της χρησιμοποίησε «καθαρά σεξιστική» γλώσσα για να την περιγράψει.
Πηγή: moneyreview.gr με πληροφορίες από Bloomberg
Η FCA δήλωσε ότι η έρευνα πραγματοποιήθηκε με τη συμμετοχή λίγο πάνω από 1.000 επιχειρήσεων, ενώ 261 εξ αυτών δεν απάντησαν εγκαίρως και μόλις 36 ζήτησαν παράταση.