Ο ρόλος των στόχων για τον έλεγχο του περιβαλλοντικού κόστους της γρήγορης μόδας
Το επιχειρηματικό μοντέλο της γρήγορης μόδας έχει αρνητικές επιπτώσεις στο περιβάλλον, όπως οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα που συμβάλλουν στην κλιματική κρίση, η ρύπανση των υδάτινων οδών και του εδάφους και η σπατάλη των πόρων του πλανήτη. Αυτό έχει βαθιές επιπτώσεις στη βιοποικιλότητα και τα οικοσυστήματα.
Σύμφωνα με το Περιβαλλοντικό Πρόγραμμα του ΟΗΕ2, η βιομηχανία μόδας παράγει έως και το 8% των παγκόσμιων εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, δηλαδή περισσότερο από ό,τι οι διεθνείς πτήσεις και η ναυτιλία μαζί.
Στον τομέα της ένδυσης, ο κύριος όγκος των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου προέρχεται από την παραγωγή υλικών και τις δραστηριότητες προετοιμασίας, όπως η βαφή και το φινίρισμα, ενώ ένα μικρότερο ποσοστό προέρχεται από τις δραστηριότητες που ακολουθούν, όπως οι δραστηριότητες λιανικής πώλησης, η χρήση των ενδυμάτων και η διάθεση στο τέλος του κύκλου ζωής τους.
Σύμφωνα με την UNFCCC, το 60% του δυναμικού μείωσης των εκπομπών έγκειται στην απαλλαγή από τις ανθρακούχες εκπομπές σε προγενέστερες δραστηριότητες, το 20% στις ίδιες τις δραστηριότητες μιας εταιρείας και το 20% στην αλλαγή της συμπεριφοράς των καταναλωτών. Το Ίδρυμα Ellen MacArthur εκτιμά ότι χωρίς σημαντικές αλλαγές, η βιομηχανία ένδυσης θα καταναλώσει το ένα τέταρτο του παγκόσμιου προϋπολογισμού για τον άνθρακα μέχρι το 2050, με βάση την προϋπόθεση ότι η υπερθέρμανση του πλανήτη θα πρέπει να διατηρηθεί κάτω από 1,5°C.
Η ουσιαστική αλλαγή του τρόπου λειτουργίας της βιομηχανίας μόδας και η εξάλειψη της σημαντικής ζημίας που προκαλεί στο περιβάλλον δεν είναι εύκολη υπόθεση. «Θα πρέπει να γίνει ριζική αναθεώρηση των περισσότερων επιχειρησιακών διαδικασιών των λιανοπωλητών μόδας, συμπεριλαμβανομένων των υλικών που χρησιμοποιούνται, της ποιότητας των προϊόντων, όλων των πτυχών της αλυσίδας εφοδιασμού και της διανομής, συμπεριλαμβανομένων των επιστροφών και, ενδεχομένως, κυρίως της στάσης των πελατών απέναντι στη μόδα. Η απαιτούμενη αλλαγή νοοτροπίας και κουλτούρας στον κλάδο και την εταιρεία είναι κολοσσιαία» υποσηρίζει ο Leon Kamhi, Επικεφαλής Υπευθυνότητας της Federated Hermes.
Αν και δεν αποτελούν πανάκεια από μόνοι τους, ο καθορισμός φιλόδοξων στόχων μπορεί να αποτελέσει ένα "βόρειο αστέρι" που θα βοηθήσει τους οργανισμούς να επιτύχουν απτές και ουσιαστικές αλλαγές. Στη συνέχεια, οι εταιρείες θα πρέπει να μεταφράσουν την ευρεία φιλοδοξία τους να μειώσουν τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις των δραστηριοτήτων τους σε συγκεκριμένους, χρονικά προσδιορισμένους στόχους.
Σύμφωνα με τον Kamhi, η μεγαλύτερη έμφαση θα πρέπει να δοθεί στους στόχους για πιο βιώσιμα κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα, καθώς αυτό θα οδηγήσει σε μείωση του αποτυπώματος άνθρακα, νερού και χημικών ουσιών. Λίγες εταιρείες έχουν θέσει χρονικά δεσμευμένους στόχους για το ποσοστό των ανακυκλωμένων ή αειφόρων υλικών που θα χρησιμοποιούν ως εισροές. Ωστόσο, η Adidas έχει θέσει ως στόχο να χρησιμοποιεί μόνο ανακυκλωμένο πολυεστέρα όπου αυτό είναι τεχνικά εφικτό έως το 20245, και η Inditex έχει ως στόχο να φτάσει στο 100% βιώσιμα ή ανακυκλωμένα υλικά έως το 2025.
Το greenwashing της μόδας
Η βιομηχανία της μόδας αισθάνεται σαφώς την πίεση να αλλάξει και μάλιστα άμεσα. Εξ ου και ο αριθμός των εταιρειών που είδαμε να δημοσιεύουν στόχους βιωσιμότητας, στρατηγικές και σειρές βιώσιμων ενδυμάτων ως απάντηση σε αυτή την επείγουσα απαίτηση της εποχής. Από την H&M έως την Prada, οι μάρκες δημιουργούν λογότυπα και γραμμές βιωσιμότητας από ανακυκλωμένα υλικά, δείχνοντας στους καταναλωτές τη στροφή που έχει ήδη γίνει για τη συμβολή στους παγκόσμιους βιώσιμους στόχους.
Ενώ αυτή είναι μια ευπρόσδεκτη αλλαγή, η πίεση αυτή δημιουργεί μια άλλη πρόκληση. Το «πράσινο ξέπλυμα» αποτελεί πλέον αυξανόμενη ανησυχία, η οποία αντανακλάται από την Αρχή Ανταγωνισμού και Αγορών (CMA) του Ηνωμένου Βασιλείου τον Ιανουάριο, ακολουθώντας το παράδειγμα της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς στις ΗΠΑ για την πάταξη των ισχυρισμών περιβαλλοντικού μάρκετινγκ στον κλάδο.
Όταν η CMA άρχισε να εξετάζει τους ισχυρισμούς το 2020, διαπίστωσε ότι έως και το 40% μπορεί να είναι παραπλανητικοί για τους καταναλωτές. «Όπως έχουμε διαπιστώσει στον δικό μας κλάδο, αναμένουμε να δούμε αυξημένο ρυθμιστικό έλεγχο καθ' όλη τη διάρκεια του 2022 και τις εταιρείες να λογοδοτούν περισσότερο στους επενδυτές» υποστηρίζει ο Kamhi.
Δείκτες επιδόσεων
Μέσω των δεσμεύσεών, θα υπάρξη πίεση στις εταιρείες μόδας να υποβάλλουν εκθέσεις σχετικά με την πρόοδό τους προς την επίτευξη των στόχων τους, προκειμένου οι επενδυτές να καταλάβουν αν βρίσκονται στο σωστό δρόμο.
Οι πιο ώριμες εταιρείες θα δημοσιοποιούν βασικούς δείκτες, όπως οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα και η κατανάλωση αποβλήτων και νερού σε ετήσια βάση, καθώς και τον τρόπο με τον οποίο εμπλέκονται με τους καταναλωτές. Μας ανησυχεί το γεγονός ότι υπάρχουν πολύ λίγες αναφορές σε μια σειρά βασικών δεικτών, όπως για παράδειγμα για το ποσοστό των ανακυκλωμένων και αειφόρων υλικών που χρησιμοποιούνται.
«Φυσικά, η πραγματική επίδοση των εταιρειών και των προϊόντων τους όσον αφορά τις περιβαλλοντικές τους επιπτώσεις είναι αυτή που έχει τελικά σημασία. Ορισμένες από τις βασικές μετρήσεις επιδόσεων που έχουμε προσδιορίσει περιλαμβάνουν τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα και τη χρήση νερού ανά μονάδα παραγωγής. Με τις βελτιωμένες γνωστοποιήσεις, οι επενδυτές θα μπορούν να συγκρίνουν τις επιδόσεις των εταιρειών ανά μονάδα ή ανά πωλήσεις» αναφέρει ο Kamhi.
Προκειμένου οι εταιρείες να μπορούν να αποδείξουν έναν πραγματικό μετασχηματισμό του επιχειρηματικού τους μοντέλου, είναι επίσης σημαντικό να βλέπουμε εκθέσεις σχετικά με κυκλικές καινοτομίες, όπως το ποσοστό των ανακυκλωμένων υλικών που εισάγονται, η ανάπτυξη συστημάτων επιστροφής και εκπαίδευσης των καταναλωτών σχετικά με την ανακύκλωση, καθώς και το ποσοστό των επενδύσεων που δεσμεύονται για κυκλικές καινοτομίες.
Εκτιμάται ότι χωρίς σημαντικές αλλαγές, η βιομηχανία ένδυσης θα καταναλώσει το ένα τέταρτο του παγκόσμιου προϋπολογισμού για τον άνθρακα μέχρι το 2050, με βάση την προϋπόθεση ότι η υπερθέρμανση του πλανήτη θα πρέπει να διατηρηθεί κάτω από 1,5°C.