Οι ξηρασίες αποτελούν σοβαρή απειλή για την οικονομία της ευρωζώνης, προειδοποιεί η ΕΚΤ

Body

Η ξηρασία μπορεί να εξαφανίσει σχεδόν το 15% της οικονομικής παραγωγής στην ευρωζώνη, προειδοποίησε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Σύμφωνα με έρευνα της ΕΚΤ, οι τράπεζες της ευρωζώνης έχουν χορηγήσει δάνεια ύψους 1,3 τρισ. ευρώ σε τομείς που διατρέχουν τον μεγαλύτερο κίνδυνο από πιθανή έλλειψη νερού, ιδίως στη γεωργία, τη μεταποίηση, την εξόρυξη και τις κατασκευές.

.

Η προειδοποίηση υπογραμμίζει τον εντατικότερο έλεγχο της κεντρικής τράπεζας όσον αφορά τους χρηματοοικονομικούς κινδύνους της κλιματικής αλλαγής, παρά την αυξανόμενη πολιτική αντίδραση κατά των πράσινων πολιτικών και την πίεση από αξιωματούχους των ΗΠΑ προς τις ρυθμιστικές αρχές να μετριάσουν τις προσπάθειές τους στον τομέα αυτό.

«Οι απώλειες που σχετίζονται με την έλλειψη νερού, την κακή ποιότητα του νερού και την προστασία από τις πλημμύρες αναδύονται ως οι πιο κρίσιμες από την άποψη της προστιθέμενης αξίας», δήλωσε ο Frank Elderson, μέλος του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ, σε ομιλία του την Πέμπτη.

Ο Elderson, ένας από τους κορυφαίους κεντρικούς τραπεζίτες που προειδοποιούν για τους χρηματοοικονομικούς κινδύνους της κλιματικής αλλαγής, ανέφερε ως παράδειγμα τις ολλανδικές περιοχές καλλιέργειας τουλιπών, όπως η Bollenstreek, οι οποίες ενδέχεται να καταστούν ακατάλληλες για την καλλιέργεια βολβών λόγω της επιδείνωσης της ξηρασίας. Φέτος ήταν «ιδιαίτερα ανησυχητικό: η άνοιξη του 2025 είναι σε πορεία να γίνει η ξηρότερη που έχει καταγραφεί ποτέ στην Ολλανδία, πιθανώς ξεπερνώντας το προηγούμενο ρεκόρ που είχε καταγραφεί πριν από σχεδόν 50 χρόνια», δήλωσε.

Η κεντρική τράπεζα ανέφερε ότι νέα έρευνα σε συνεργασία με το Resilient Planet Finance Lab του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης εξέτασε τις οικονομικές και χρηματοοικονομικές συνέπειες μιας «ακραίας αλλά πιθανής ξηρασίας» που συμβαίνει κατά μέσο όρο κάθε 25 χρόνια, προκαλώντας σοβαρή έλλειψη νερού.

Η ΕΚΤ και το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης διαπίστωσαν ότι ο γεωργικός τομέας είναι ο πιο εκτεθειμένος στην έλλειψη νερού, με έως και 30% της γεωργικής παραγωγής να κινδυνεύει στις χώρες της νότιας Ευρώπης. Το ποσοστό αυτό μειώνεται στις πιο βόρειες χώρες, φτάνοντας το 12% στη Φινλανδία.

«Οποιαδήποτε πίεση στους υδάτινους πόρους μπορεί να έχει αλυσιδωτές επιπτώσεις σε πολλαπλές οικονομικές δραστηριότητες», έγραψαν αξιωματούχοι της ΕΚΤ σε ένα blog που θα δημοσιευθεί την Παρασκευή.

«Για παράδειγμα, τα ξηρά εδάφη μειώνουν τις γεωργικές αποδόσεις, η λειψυδρία επηρεάζει τη μεταποίηση, διαταράσσοντας τις δραστηριότητες και αυξάνοντας το κόστος, ενώ τα χαμηλά επίπεδα των ποταμών μειώνουν τις εισροές υδροηλεκτρικής ενέργειας, περιορίζουν την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και εμποδίζουν την εσωτερική ναυσιπλοΐα».

Οι ΗΠΑ, η ΕΕ και η Ιαπωνία παράγουν περίπου το 10-13% του οικονομικού προϊόντος από τομείς που εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από «οικοσυστημικές υπηρεσίες, όπως το καθαρό νερό, το εύφορο έδαφος, η επικονίαση και η ρύθμιση του κλίματος», ανέφεραν οικονομολόγοι της γερμανικής ασφαλιστικής εταιρείας Allianz σε ξεχωριστή έρευνα που δημοσιεύθηκε την Πέμπτη.

Η παγκόσμια οικονομία θα μπορούσε να υποστεί συρρίκνωση 2,3% λόγω των κινδύνων που απορρέουν από την υποβάθμιση της φύσης, όπως η διάβρωση του εδάφους, ανέφερε η Allianz.

Το βαθμό στον οποίο πρέπει να παρέμβουν οι κεντρικές τράπεζες για να ελαχιστοποιήσουν τους κλιματικούς κινδύνους για το χρηματοπιστωτικό σύστημα αποτελεί αντικείμενο έντονης συζήτησης μεταξύ οικονομολόγων και υπευθύνων χάραξης πολιτικής. 

Ανώτατα στελέχη των αμερικανικών χρηματοπιστωτικών εποπτικών αρχών κάλεσαν επίσης την Επιτροπή Τραπεζικής Εποπτείας της Βασιλείας, τον φορέα θέσπισης προτύπων για την παγκόσμια χρηματοπιστωτική ρύθμιση, να υποβαθμίσει ένα εμβληματικό πρόγραμμα για την αντιμετώπιση των κινδύνων της κλιματικής αλλαγής και να χαλαρώσει τους κανόνες που υποχρεώνουν τις τράπεζες να δημοσιοποιούν τους κλιματικούς κινδύνους, καθιστώντας τους προαιρετικούς.

Αρθρογράφος
Κύριος χαρακτηρισμός περιεχομένου
Image
Επικεφαλίδα

Η έρευνα της ΕΚΤ έρχεται σε μια περίοδο που οι οικονομολόγοι δίνουν μεγαλύτερη προσοχή στους κινδύνους που προκύπτουν από την υποβάθμιση της βιοποικιλότητας.