Για να καταφέρουν οι ΜμΕ να παραμείνουν ανταγωνιστικές πρέπει, με κάποιον τρόπο, να προβούν στη γρήγορη υιοθέτηση πρακτικών πράσινης επιχειρηματικότητας. Για να γίνει η μετάβαση σε πιο πράσινες πρακτικές γρήγορα, η κύρια πρόκληση που καλούνται να αντιμετωπίσουν οι ΜμΕ είναι να αντιμετωπισθούν γρήγορα τα εμπόδια που δημιουργούνται από το σχετικά μικρό τους μέγεθος.
.
Αυτό σημειώνεται στην μελέτη της ΓΣΕΒΕΕ «Διερεύνηση αναδυόμενων τάσεων, πρακτικών και πολιτικών στο πεδίο της πράσινης οικονομίας».
Στο πλαίσιο της μελέτης σημειώνεται ότι τα εμπόδια σχετικά με την ανάπτυξη της πράσινης επιχειρηματικότητας από τις ΜμΕ, συνδέονται με τα αυξημένα κόστη ενέργειας, την έλλειψη κεφαλαίων και χρηματοδότησης, την έλλειψη τεχνογνωσίας, εξειδίκευσης και κατάρτισης προσωπικού, αλλά και συνολικά με τον περιορισμένο αριθμό προσωπικού. «Κοιτάζοντας αυτά τα προβλήματα υπό το πρίσμα της ελληνικής πραγματικότητας και λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαιτερότητες των ελληνικών ΜμΕ, γίνεται αντιληπτή η όξυνση των εμποδίων και η δυσχερής θέση στην οποία βρίσκονται οι ελληνικές ΜμΕ» όπως σημειώνεται στην μελέτη.
Πιο συγκεκριμένα:
– Τα αυξημένα κόστη ενέργειας είναι πολύ πιο ορατά στις ελληνικές ΜμΕ, λόγω του πολύ μικρού μεγέθους τους, λόγω των ήδη υψηλών επιπέδων ενεργειακής φτώχειας που παρατηρούνται σε αυτές και λόγω της βίαιης απολιγνητοποίησης που προωθείται έως το 2028.
– Οι ελλείψεις σε τεχνογνωσία, εξειδίκευση και κατάρτιση προσωπικού γίνονται πολύ πιο έντονες λόγω του μικρού μεγέθους της πλειονότητας των ΜμΕ.
– Η έλλειψη κεφαλαίων και χρηματοδοτήσεων είναι ακόμα πιο έντονη για τις ελληνικές ΜμΕ, λόγω του μεγάλου κενού που παρουσιάζεται μεταξύ αναγκαίων και διαθέσιμων δανείων για τις ελληνικές ΜμΕ και λόγω του πολύ μικρού μεγέθους των ελληνικών ΜμΕ το οποίο περιορίζει το μέγεθος των διαθέσιμων επενδυτικών κεφαλαίων τους.
– Τέλος, η ταχύτητα με την οποία προωθούνται οι αλλαγές που σχετίζονται με τη μετάβαση σε μία πράσινη οικονομία, περιορίζει τον χώρο και τον χρόνο οικονομικού μετασχηματισμού διαφόρων κλάδων που επηρεάζονται από τις αλλαγές. Οι περιορισμοί δύνανται να προκαλέσουν ισχυρούς κλονισμούς στις ΜμΕ. Παράδειγμα πιθανών κλονισμών είναι η μεγάλη μείωση του τζίρου των συνεργείων αυτοκινήτων λόγω της έλλειψης χρόνου και πόρων για τον μετασχηματισμό τους σε συνεργεία ηλεκτρικών οχημάτων και οχημάτων υδρογόνου.
Ο κοινός παρονομαστής των παραπάνω εμποδίων εκτιμάται ότι είναι η έλλειψη οικονομιών κλίμακας η οποία συνδέεται και οξύνεται από το πολύ μικρό μέγεθος των ελληνικών ΜμΕ. Το βήμα στο οποίο καλούνται να προβούν οι ελληνικές ΜμΕ έτσι ώστε να καταφέρουν να ακολουθήσουν το κύμα «πρασινοποίησης» της οικονομίας και να παραμείνουν συγχρόνως ανταγωνιστικές, είναι η συνεργασία.
Πιο συγκεκριμένα, όπως αναφέρεται, μέσω της συμμετοχής τους σε σχήματα συνεργασίας, οι ελληνικές ΜμΕ μπορούν να καταφέρουν να διαμοιραστούν το οικονομικό και χρονικό κόστος ανάπτυξης συνθηκών πράσινης επιχειρηματικότητας. Τα σχήματα συνεργασίας μπορούν να κάνουν εφικτή την ανάπτυξη τεχνογνωσίας και έρευνας για τις ΜμΕ στην περίπτωση των συστάδων και των ανοιχτών σχημάτων καινοτομίας. Μέσω της ανάπτυξης τεχνογνωσίας και έρευνας οι ΜμΕ μπορούν να βελτιώσουν την πρόσβασή τους στην πληροφορία και σε προγράμματα συγχρηματοδότησης της ΕΕ. Αυτού του είδους τα σχήματα συνεργασίας μπορούν, επίσης, να διαθέσουν, με πολύ λιγότερους πόρους, εξειδικευμένο και καταρτισμένο προσωπικό σε ένα μεγάλο πλήθος ΜμΕ. Τέλος, οι ενεργειακές κοινότητες (συνεταιρισμοί ενέργειας) μπορούν να δημιουργήσουν τις αναγκαίες συνθήκες συγκέντρωσης κεφαλαίων και ικανού προσωπικού για την προώθηση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στις ελληνικές ΜμΕ.
Την τελευταία 20ετία δημιουργήθηκαν μικρές επιχειρήσεις που σχετίζονται με την πράσινη επιχειρηματικότητα
Από έρευνα που πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο της μελέτης, προκύπτει ότι, επί το πλείστον, οι μικρές επιχειρήσεις που σχετίζονται με την πράσινη επιχειρηματικότητα έχουν δημιουργηθεί την τελευταία 20ετία. Η συγκεκριμένη παρατήρηση σχετίζεται με το γεγονός πως η όλη συζήτηση για την κλιματική αλλαγή και την πράσινη οικονομία, άρχισε να γίνεται εντονότερη την τελευταία 20ετία, γεγονός που σημαίνει πως οι περισσότερες από αυτές τις επιχειρήσεις, είτε ανέπτυξαν το επιχειρηματικό τους μοντέλο με βάση την πράσινη οικονομία, είτε λαμβάνοντας υπόψη τις προοπτικές που προκύπτουν σχετικά με την πράσινη επιχειρηματικότητα.
Τα σημαντικότερα συμπεράσματα της ποιοτικής έρευνας σχετίζονται με:
– Τις προϋποθέσεις υιοθέτησης και ανάπτυξης πράσινης επιχειρηματικότητας. Δηλαδή, με την κουλτούρα υπέρ της μετάβασης στην πράσινη οικονομία, τα ικανά κεφάλαια για την μετάβαση στην πράσινη επιχειρηματικότητα, τις ικανότητες για τη διαχείριση και την υιοθέτηση πρακτικών πράσινης επιχειρηματικότητας και τη νομοθεσία που λαμβάνει υπόψη ιδιαιτερότητες και κάνει ξεκάθαρο το πλαίσιο στο οποίο καλούνται να κινηθούν οι μικρές επιχειρήσεις.
– Τις επιπτώσεις υιοθέτησης πράσινων τεχνολογιών-πρακτικών. Δηλαδή, εξοικονόμηση πόρων, ενέργειας και χρημάτων, αύξηση ανταγωνιστικότητας και κερδών, βραχυπρόθεσμη αύξηση σε λειτουργικά κόστη και πρακτικές χαμηλού ή μηδαμινού κόστους έχουν πολύ περιορισμένες αρνητικές επιπτώσεις, σε αντίθεση με πρακτικές υψηλότερου κόστους οι οποίες δημιουργούν ανάγκες δανεισμού και εξυπηρέτησης αυτού
– Τα εμπόδια υιοθέτησης και ανάπτυξης πράσινης επιχειρηματικότητας. Δηλαδή την έλλειψη αναγκαίων αρχικών κεφαλαίων, την έλλειψη χρηματοδοτήσεων., την δύσκολη πρόσβαση στις χρηματοδοτήσεις, την έλλειψη σημαντικής μείωσης περιβαλλοντικού αποτυπώματος μικρών επιχειρήσεων, λόγω μικρών παρεμβάσεων σε πράσινες πρακτικές που δεν χρειάζονται μεγάλα κόστη, την μη ύπαρξη κεφαλαίων για μεγάλες αλλαγές εντός των μικρών επιχειρήσεων ενώ εκτιμάται ότι ακόμα και οι μικρές, μη κοστοβόρες λύσεις πράσινης επιχειρηματικότητας, θα πρέπει να επιδοτούνται και να αναγνωρίζονται.
– Την συμβολή ανάπτυξης πρακτικών πράσινης επιχειρηματικότητας στη μεγέθυνση της Ελληνικής οικονομίας. Συνολικά, δηλαδή, η μέχρι στιγμής υιοθέτηση και ανάπτυξη των πρακτικών πράσινης επιχειρηματικότητας έχει ευνοήσει την ελληνική οικονομία και τον εκάστοτε κλάδο και η μελλοντική συμβολή εκτιμάται ότι θα είναι θετική και θα δώσει στην Ελληνική οικονομία ισχυρή ώθηση αλλά για την πράσινη μετάβαση χρειάζονται οικονομίες κλίμακας, πόροι, χρόνος και εξατομικευμένες λύσεις για κάθε κλάδο και για κάθε τύπο επιχείρησης.
Προϋποθέσεις υιοθέτησης και ανάπτυξης
Πιο αναλυτικά, σε ό,τι αφορά στην κουλτούρα, που αναφέρθηκε παραπάνω ως προϋπόθεση υιοθέτησης και ανάπτυξης πράσινης επιχειρηματικότητας, παρατηρείται από την έρευνα η ανάγκη για μία συνολική συνείδηση υπέρ της πράσινης μετάβασης. Πιο συγκεκριμένα εκτιμάται ότι πρέπει να υπάρχει η αντίληψη της σπουδαιότητας μετάβασης σε μία πράσινη οικονομία και επιχειρηματικότητα τόσο από επιχειρήσεις και καταναλωτές, όσο και από πολίτες και λοιπούς δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς. Επίσης, πρέπει να υπάρχει η θέληση από αυτές τις πλευρές και η υπομονή για μακροπρόθεσμες ωφέλειες που προκύπτουν από επενδύσεις σε πράσινες τεχνολογίες και πρακτικές, σε συνδυασμό με ριζοσπαστικές και καινοτόμες διοικητικές αποφάσεις.
Σε επίπεδο προϋποθέσεων κεφαλαίων, σημειώνεται ότι οι μικρές επιχειρήσεις έχουν ανάγκη για κάποια βασικά κεφάλαια τα οποία θα τους δώσουν την αρχική ώθηση για την υιοθέτηση και ανάπτυξη πρακτικών πράσινης επιχειρηματικότητας. Σε αυτή τη βάση παρουσιάζεται εξαιρετικά σημαντική η παροχή κινήτρων σε μορφή επιβράβευσης (επιβράβευση μικρών επιχειρήσεων που δεν καταναλώνουν πολύ ενέργεια). Επίσης, η επιβράβευση (χρηματική αλλά και μέσω της κοινωνικής αναγνώρισης) μπορεί να δοθεί και σε προσωπικό και μικρούς επιχειρηματίες όταν ακολουθούν και εφαρμόζουν πράσινες πρακτικές. Επιπλέον των κινήτρων, σημαντική παρουσιάζεται η ύπαρξη χρηματοδοτήσεων και ρευστότητας. Επιπλέον, η ποικιλία χρηματοδοτικών εργαλείων που θα ταιριάζει στον κάθε τύπο επιχείρησης είναι σημαντική για την ανεύρεση των αρχικών κεφαλαίων σε μία επένδυση που να σχετίζεται με την πράσινη επιχειρηματικότητα.
Σε επίπεδο ικανοτήτων, οι μικρές επιχειρήσεις που θέλουν να προχωρήσουν στην υιοθέτηση και ανάπτυξη πρακτικών πράσινης επιχειρηματικότητας, θα πρέπει να μπορούν να βρουν τις κατάλληλες πληροφορίες που σχετίζονται με τις υπάρχουσες πράσινες τεχνολογίες και πρακτικές και την χρηματοδότηση αυτών και να μπορούν να διαχειριστούν την πληροφορία σε επίπεδο αιτήσεων. Επίσης, το προσωπικό πρέπει να είναι σε θέση να διαχειριστεί την εκάστοτε τεχνολογία ή την πρακτική, όπως και να παρακολουθήσει διαδικασίες που να αφορούν την εξοικονόμηση ενέργειας. Σε αυτή την λογική, δομές που υποστηρίζουν την δυνατότητα αναπαραγωγής και επεκτασιμότητας υπηρεσιών/προϊόντων/πρακτικών μπορούν να δώσουν λύσεις αξίας στους μικρούς επιχειρηματίες.
Τέλος, η ύπαρξη κατάλληλης νομοθεσίας και ενός εταιρικού πλαισίου παρουσιάζεται εξαιρετικά σημαντική. Η ξεκάθαρη νομοθεσία είναι απαραίτητη για να μειώσει τους κινδύνους για πιθανές επενδύσεις, ενώ ο σχεδιασμός σαφούς εταιρικής πολιτικής και συγκεκριμένων στόχων παρουσιάζεται σημαντικός για τις εταιρείες που επιθυμούν να εφαρμόσουν πρακτικές πράσινης επιχειρηματικότητας.
Επιπτώσεις υιοθέτησης
Σε επίπεδο θετικών επιπτώσεων, οι απαντήσεις της ποιοτικής έρευνας έδειξαν πως στις περισσότερες περιπτώσεις υπάρχει εξοικονόμηση πόρων, ενέργειας και χρημάτων μέσα από την υιοθέτηση πρακτικών πράσινης επιχειρηματικότητας. Επίσης, έγινε αντιληπτή η αύξηση ανταγωνιστικότητας και κερδών, μέσω βελτίωσης των όρων χρηματοδότησης και δανειοδότησης και μέσω της αύξησης του πελατολογίου αντίστοιχα. Επίσης, στην αύξηση των κερδών και της ανταγωνιστικότητας συμβάλλει εμμέσως και η συμμόρφωση σε νομοθετικές απαιτήσεις μέσω της αποφυγής χρηματικών ποινών.
Κοιτάζοντας τις αρνητικές επιπτώσεις από την υιοθέτηση πράσινων τεχνολογιών και πρακτικών κατά κύριο λόγο οι χρήστες απάντησαν πως δεν είχαν αρνητικές επιπτώσεις. Οι λίγες αρνητικές επιπτώσεις που παρουσιάστηκαν αφορούσαν τα αυξημένα λειτουργικά κόστη και την συνεχή ανάγκη για εξασφάλιση πράσινων πιστοποιητικών, τα οποία μπορεί να δημιουργούν κόστη ενώ παραμένουν ανεκμετάλλευτα. Ο λόγος για την μη παρουσία αρνητικών επιπτώσεων σχετίζεται κυρίως με το γεγονός πως οι χρήστες έχουν υιοθετήσει πρακτικές χαμηλού ή μηδαμινού κόστους είτε βραχυχρόνια είτε μακροχρόνια. Στην περίπτωση των εμπειρογνωμόνων που φέρουν μία γενικότερη εικόνα επί των περιπτώσεων της αγοράς, κανένας δεν ανέφερε την μη ύπαρξη αρνητικών επιπτώσεων. Εν αντιθέσει, αναφέρθηκαν σε αυξημένα λειτουργικά κόστη, σε θέματα ρευστότητας και σε προβλήματα που προκύπτουν από μη ώριμες τεχνολογίες,
Εμπόδια υιοθέτησης και ανάπτυξης
Κοιτάζοντας τα εμπόδια που αναφέρθηκαν στην ποιοτική έρευνα, παρατηρείται πως τα περισσότερα εμπόδια αφορούν αναγκαία κεφάλαια που δεν υπάρχουν, είτε διότι είναι υψηλές οι απαιτήσεις αυτών, είτε διότι δεν δίνονται οι αναγκαίες χρηματοδοτήσεις, είτε διότι δεν έχουν πρόσβαση στις χρηματοδοτήσεις οι μικρές επιχειρήσεις. Οπότε το κύριο εμπόδιο που παρατηρείται είναι η μειωμένη πρόσβαση σε αναγκαίο κεφάλαιο για επενδύσεις στην πράσινη επιχειρηματικότητα. Το συγκεκριμένο εμπόδιο στηρίζεται από όλες τις ομάδες συνεντευξιαζόμενων.
Επιπλέον, ένα μεγάλο ποσοστό των ερωτηθέντων απαντά πως δεν αντιμετωπίζει κάποιο εμπόδιο σχετικά με την υιοθέτηση και ανάπτυξη πρακτικών πράσινης επιχειρηματικότητας. Η συγκεκριμένη απάντηση ήρθε κατά κύριο λόγο από χρήστες πράσινων τεχνολογιών/πρακτικών, οι οποίοι υιοθετούν πρακτικές πράσινης επιχειρηματικότητας. Αυτές οι πρακτικές όμως δεν έχουν ούτε μεγάλα κόστη, ούτε μεγάλα οφέλη σχετικά με την μείωση του περιβαλλοντικού αποτυπώματος της εκάστοτε επιχείρησης.
Κοιτάζοντας τα δύο κύρια συμπεράσματα που προκύπτουν από την ερώτηση που σχετίζεται με τα εμπόδια υιοθέτησης και ανάπτυξης πράσινης επιχειρηματικότητας, παρατηρείται συμφωνία σχετικά με την μη ύπαρξη κεφαλαίων για μεγάλες αλλαγές εντός των μικρών επιχειρήσεων. Το γεγονός αυτό πρέπει να ληφθεί υπόψη σε επίπεδο πολιτικών για την προώθηση της πράσινης επιχειρηματικότητας στις μικρές επιχειρήσεις. Εάν, για παράδειγμα, περάσουν εντόνως τα «πράσινα» κριτήρια τραπεζικού δανεισμού στις μικρές επιχειρήσεις, το πλαίσιο που θα δημιουργηθεί θα πρέπει να κοιτάζει τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά και τις συγκεκριμένες δυνατότητες των μικρών επιχειρήσεων και να προσαρμόζεται σε αυτές. Έτσι, ακόμα και οι μικρές μη κοστοβόρες λύσεις πράσινης επιχειρηματικότητας θα πρέπει να επιδοτούνται και να αναγνωρίζονται, έτσι ώστε να δώσουν ακόμα περισσότερη ώθηση στην προώθηση της πράσινης επιχειρηματικότητας.
Αυτό σημειώνεται στην μελέτη της ΓΣΕΒΕΕ «Διερεύνηση αναδυόμενων τάσεων, πρακτικών και πολιτικών στο πεδίο της πράσινης οικονομίας».