Η γεφύρωση του έμφυλου μισθολογικού χάσματος και ο ρόλος της Τζούλια Ρόμπερτς

Body

Γεννημένη στις 28 Οκτωβρίου του 1967 στην Τζόρτζια των Ηνωμένων Πολιτειών, η Ρόμπερτς ακολούθησε τα βήματα του αδερφού της, Έρικ, στην ηθοποιία, κάνοντας το κινηματογραφικό της ντεμπούτο το 1988 με την ταινία «Satisfaction».

.

Η είσοδός της στην αφρόκρεμα του Χόλιγουντ ήρθε το 1990, με την κυκλοφορία της επιτυχίας του box-office «Pretty Woman». Παίζοντας την Βίβιαν Γουάρντ, μία ιερόδουλη που γοητεύει έναν εύπορο επιχειρηματία, η Ρόμπερτς κέρδισε την πρώτη της υποψηφιότητα για το Όσκαρ Καλύτερης Ηθοποιού (η ειρωνεία είναι ότι για αυτή την ταινία πληρώθηκε μόλις με 300.000 δολάρια, την ώρα που ο συμπρωταγωνιστής της, Ρίτσαρντ Γκιρ, πήρε εκατομμύρια). Είχε προηγηθεί η υποψηφιότητά της για το Όσκαρ Β΄ Γυναικείου Ρόλου για την ταινία του 1989, «Ανθισμένες Μανόλιες».

Ακολούθησε άλλο ένα blockbuster (το «The Pelican Brief» του 1993) και μία σειρά από κάπως απογοητευτικές ταινίες, όμως το 1997 η Ρόμπερτς έκανε την επιστροφή της με μία ακόμα επιτυχία του box-office και τον «Γάμο του Καλύτερού μου Φίλου».

Το 1999 γύρισε δύο ακόμα επιτυχημένες ρομαντικές κομεντί, το «Notting Hill» και το «The Runaway Bride», με το τελευταίο να την φέρνει ξανά στη μεγάλη οθόνη μαζί με τον Ρίτσαρντ Γκιρ.

Μετά από αυτές τις επιτυχίες, υπέγραψε συμβόλαιο για να πρωταγωνιστήσει στην ταινία του Στίβεν Σόντερμπεργκ, «Έριν Μπρόκοβιτς».

Εκείνο τον καιρό, όλοι  οι μεγάλοι άνδρες ηθοποιοί του Χόλιγουντ, από τον Μελ Γκίμπσον και τον Τομ Χανκς έως τον Τομ Κρουζ και τον Σιλβέστερ Σταλόουν, έπαιρναν 20 εκατομμύρια δολάρια ανά ταινία.

Η Τζούλια Ρόμπερτς ήταν η πρώτη γυναίκα ηθοποιός που ανέβασε το «κασέ» της σε αυτά τα επίπεδα. Όπως έγραψε  το Newsweek την εποχή εκείνη, η Universal Pictures ήταν αρχικά απρόθυμη να της δώσει αυτή την αμοιβή-ρεκόρ. Η ατζέντης της ηθοποιού, Ελέιν Γκόλντσμιθ-Τόμας, ήταν εκείνη που έπεισε το στούντιο, επισημαίνοντας την αδικία πίσω από αυτόν τον διαχωρισμό που έκανε το Χόλιγουντ μεταξύ ανδρών και γυναικών.

Το επιχείρημα της Γκόλντμιθ-Τόμας ήταν ισχυρό. Έχοντας ήδη στο ενεργητικό της πέντε ταινίες που είχαν φέρει έσοδα άνω των 100 εκατ. δολαρίων, η Ρόμπερτς άξιζε και με το παραπάνω τον ίδιο μισθό που παίρνουν άνδρες συνάδελφοί της, όπως ο Λεονάρντο ντι Κάπριο και ο Άνταμ Σάντλερ,  την ώρα που αυτοί έχουν μόνο μία τέτοια μεγάλη επιτυχία να επιδείξουν.

Με την αμοιβή των 20 εκατ. δολαρίων που έλαβε για το «Έριν Μπρόκοβιτς», η Ρόμπερτς ξεπέρασε τις πιο ακριβοπληρωμένες ηθοποιούς της εποχής εκείνης, την Μεγκ Ράιαν και την Τζόντι Φόστερ, οι οποίες λέγεται ότι έπαιρναν 15 εκατ. δολάρια για κάθε τους ταινία.

Και τελικά, απέδειξε ότι άξιζε μέχρι και το τελευταίο σεντ, αφού η ταινία έφερε έσοδα άνω των 125 εκατ. δολαρίων στο αμερικανικό box office καθώς και πέντε υποψηφιότητες για Όσκαρ, μεταξύ αυτών στην κατηγορία της καλύτερης ταινίας.

Ντυμένη με ένα ασπρόμαυρο βίντατζ φόρεμα Valentino, η Τζούλια Ρόμπερτς έλαβε το χρυσό αγαλματάκι για την καλύτερη ηθοποιό στην 73η απονομή των Όσκαρ.

Πηγή: Moneyreview

Αρθρογράφος
Κύριος χαρακτηρισμός περιεχομένου
Image
Επικεφαλίδα

Με το «Έριν Μπρόκοβιτς», το οποίο έκανε πρεμιέρα στις 17 Μαρτίου του 2000, η Τζούλια Ρόμπερτς έγινε η πρώτη γυναίκα ηθοποιός με «κασέ» 20 εκατ. δολαρίων ανά ταινία.