Ο Υπουργός Ανάπτυξης Τάκης Θεοδωρικάκος αναφέρθηκε στην τροποποίηση stop the clock για την εφαρμογή της CSRD, σε τηλεοπτική του συνέντευξη το Σάββατο στην ERT. Ο κ. Θεοδωρικάκος απευθύνθηκε στην αγορά, σημειώνοντας ότι σύντομα το Υπουργείο Ανάπτυξης θα παρέμβει νομοθετικά για την εναρμόνιση του stop the clock στα ελληνικά δεδομένα, δίνοντας περιθώριο ακόμα δύο χρόνια μέχρι την καθολική εφαρμογή της, όπως άλλωστε προβλέπεται και από την ευρωπαϊκή νομοθεσία. Η προθεσμία μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο της νέας οδηγίας stop the clock έχει οριστεί η τελευταία ημέρα του Δεκεμβρίου 2025, οπότε και από μέρα σε μέρα αναμένονται οι νέες εξελίξεις.
.
Το χρονοδιάγραμμα του stop the clock
Όπως είναι ευρέως γνωστό, στην «καθυστέρηση» αυτή δεν υπάγονται οι μεγάλες εισηγμένες επιχειρήσεις με έχουν περισσότερους από 250 εργαζόμενους και τζίρο πάνω από 50 εκατ. ευρώ. Συγκεκριμένα, αναβάλλεται για δύο έτη η εφαρμογή όλων των απαιτήσεων υποβολής Εκθέσεων στο πλαίσιο της CSRD για τις λεγόμενες εταιρείες των «κυμάτων» 2 και 3 (μέχρι 50 και μέχρι 250 εργαζόμενοι αντίστοιχα) , που επρόκειτο να υποβάλουν εκθέσεις για πρώτη φορά το 2026 και το 2027. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι οι μεγάλες εταιρείες που απασχολούν άνω των 250 εργαζόμενους (και λιγότερους των 500) θα υποχρεούνται να υποβάλλουν εκθέσεις το 2028, ενώ οι (δημοσίου συμφέροντος) μικρομεσαίες εταιρείες το 2029.
* Ο αναγραφόμενες στον Πίνακα ημερομηνίες αφορούν σε οικονομικά έτη. Πηγή: www.ethemis.gr
Η Οδηγία “Stop - the - Clock” αποτελεί μέρος της δέσμης μέτρων “Omnibus Ι” για την απλούστευση της νομοθεσίας της Ε.Ε. στον τομέα της βιωσιμότητας, η οποία έχει φέρει πληθώρα αντιδράσεων τόσο από το Ευρωκοινοβούλιο όσο και από τις ίδιες τις επιχειρήσεις. Το Omnibus I ανακοινώθηκε από την ευρωπαϊκή επιτροπή στις 26 Φεβρουαρίου 2025, με βασικό επιχείρημα την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας ευρωπαϊκών επιχειρήσεων στην παγκοσμιοποιημένη οικονομία. Το Omnibus I είναι εν πολλοίς επηρεασμένο από τις εκθέσεις Λέτα (Απρίλιος 2024) και Ντράγκι (Σεπτέμβριος 2024), οι οποίες κάνουν λόγω για αποδυνάμωση της ευρωπαϊκής ανταγωνιστικότητας, και ανάγκη στήριξης των επιχειρήσεων ώστε να συνεχίσουν να δραστηριοποιούνται εντός ευρωπαϊκών συνόρων. Καθώς, λοιπόν, οι ρυθμιστικές υποχρεώσεις βιωσιμότητας είχαν κριθεί ως υπέρογκες, δαπανηρές και ανασταλτικές στην προσέγγιση επενδύσεων, από σημαντικά κομμάτια της αγοράς η απλοποίηση Omnibus I αποτέλεσε την πρόταση της Ένωσης για μία μέση λύση στον τομέα των απαιτήσεων βιωσιμότητας. Ωστόσο το ενωσιακό αφήγημα παραμένει, ότι δηλαδή το stop the clock δεν ήρθε ως pushback στις πράσινες πρακτικές, αλλά ως μια περίοδος «χάριτος» στην οποία οι μικρές και οι μεσαίες επιχειρήσεις θα είχαν τον χρόνο να προετοιμαστούν καλύτερα.
Η οπτική της αγοράς
Το κλίμα σχετικά με την εφαρμογή του stop the clock είναι περίπλοκο και σε εγχώριο επίπεδο, μιας και παρουσιάζονται δύο αντίθετες οπτικές. Από την μια μικρομεσαίες επιχειρήσεις που δεν είχαν ξεκινήσει δυναμικά την προετοιμασία για την CSRD βλέπουν αυτή την καθυστέρηση ως μια θετική εξέλιξη που θα τους δώσει την άνεση να εφοδιαστούν με τεχνογνωσία και προσωπικό. Από την άλλη μεγαλύτερες επιχειρήσεις που είχαν ξεκινήσει ήδη να επενδύουν, βρέθηκαν να χάνουν το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα του first mover, ενώ δηλώνουν πως η καθυστέρηση αυτή παρακωλύει τον μακροπρόθεσμο στρατηγικό τους σχεδιασμό.
Σχετικά με τα ανωτέρω είχε τοποθετηθεί και η Εκτελεστική Διευθύντρια του ΣΕΒ, Ράνια Αικατερινάρη, τον Οκτώβριο στο ATHEX Sustainability Summit 2025. Η ίδια αναγνώρισε πως «οι ξένοι επενδυτές δεν θέλουν πια να επενδύσουν στην Ευρώπη, γιατί είναι εξαιρετικά δύσκολο το ρυθμιστικό περιβάλλον», προσθέτοντας πως ενώ οι περιβαλλοντικοί νόμοι είναι προς την σωστή κατεύθυνση, «έχει χαθεί το μέτρο». Σχετικά με το stop the clock εξήγησε ότι η αβεβαιότητα αυτή «τοποθετεί τις επιχειρήσεις σε ένα μετέωρο στάδιο».
Ο κ. Θεοδωρικάκος απευθύνθηκε στην αγορά σχετικά με το προσωρινό πάγωμα της CSRD.