Συγκοινωνούντα δοχεία ESG, ΑΕΠ και ανεργία

Body

Η ικανότητα μιας χώρας να προστατεύει τις ανάγκες των μελλοντικών γενεών μέσω της ενσωμάτωσης των κριτηρίων ESG (περιβάλλον, κοινωνία, διακυβέρνηση) επηρεάζει τις μακροπρόθεσμες προοπτικές της οικονομικής της ανάπτυξης.

Δεν είναι διόλου τυχαίο ότι τα κράτη με καλές επιδόσεις ESG τείνουν να επιτυγχάνουν υψηλότερη οικονομική ανάπτυξη, καθώς εφαρμόζουν πολιτικές που προωθούν μια πιο αποτελεσματική χρήση των φυσικών πόρων, ενθαρρύνουν τις επιχειρηματικές δράσεις πράσινης ανάπτυξης και αναγνωρίζουν τη συμβολή της κοινωνικής ευημερίας στην οικονομική μεγέθυνση. Ο βαθμός ενσωμάτωσης των κριτηρίων ESG από τις επιχειρήσεις θεωρείται κομβικής σημασίας προκειμένου η οικονομία μιας χώρας να ανεβάσει ταχύτητες, αξιοποιώντας τις πολιτικές που ανοίγουν τον δρόμο στη βιώσιμη ανάπτυξη.

Σχετική έκθεση του Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης αποκάλυψε για πρώτη φορά τον συσχετισμό μεταξύ των μέσων βαθμολογιών ESG των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται σε μια χώρα με τη βελτίωση του κατά κεφαλήν ΑΕΠ και τη μείωση της ανεργίας. Οι ερευνητές εξέτασαν τις βαθμολογίες ESG χιλιάδων εταιρειών σε 19 ανεπτυγμένες και 11 αναδυόμενες οικονομίες και διαπίστωσαν ότι οι αυξήσεις στη μέση κοινωνική απόδοση είχαν θετική επίδραση στην οικονομική ανάπτυξη σε όλες τις χώρες που συμμετείχαν στην έρευνα, ενώ η βελτίωση των εταιρικών περιβαλλοντικών επιδόσεων και της διακυβέρνησης είχε θετική επίδραση στις αναδυόμενες οικονομίες. Πιο συγκεκριμένα, μια αύξηση κατά μία μονάδα στις μέσες βαθμολογίες που αφορούν το περιβάλλον, την κοινωνία ή τη διακυβέρνηση συνδέθηκε με αντίστοιχες αυξήσεις κατά 0,06%, 0,10% και 0,19% στο κατά κεφαλήν ΑΕΠ.

Ξεκινώντας από μέσα προς τα έξω

Η εφαρμογή των κριτηρίων ESG ως επέκταση της στρατηγικής εταιρικής κοινωνικής ευθύνης (ΕΚΕ) ξεκινά από τον πυρήνα των επιχειρήσεων και επεκτείνεται προς τα έξω, στους stakeholders, στους επενδυτές, στην κοινωνία, στο κράτος και στο διεθνές περιβάλλον. Σύμφωνα με σχετική δημοσίευση της McKinsey, η οποία επικαλείται περισσότερες από 2.000 ακαδημαϊκές μελέτες, οι καλύτερες βαθμολογίες ESG μεταφράζονται σε περίπου 10% χαμηλότερο κόστος κεφαλαίου, το οποίο συσχετίζεται με χαμηλότερους κανονιστικούς, περιβαλλοντικούς και δικαστικούς κινδύνους που αφορούν εταιρείες με υψηλή βαθμολογία ESG. Σε άλλη έρευνα, η Morgan Stanley (ESG Progress and Outlook - 2021 Report, Απρίλιος 2021) αναφέρει ότι το 97% των millennials ενδιαφέρεται για επενδύσεις σε εταιρείες με υψηλή βαθμολογία ESG και, καθώς περισσότεροι millennials και Gen Z εισέρχονται στο εργατικό δυναμικό, αναζητούν εταιρείες που είναι περιβαλλοντικά και κοινωνικά υπεύθυνες.

Τι κάνουν οι επιχειρήσεις

Το τελευταίο διάστημα, οι περισσότερες επιχειρήσεις έχουν προσαρμόσει τις στρατηγικές τους στην αντιμετώπιση των συνεπειών της κλιματικής αλλαγής και της πανδημίας του κορωνοϊού. Σύμφωνα με εκτιμήσεις της Swiss Re, μια αύξηση της θερμοκρασίας κατά 3 βαθμούς Κελσίου θα μπορούσε να συρρικνώσει το παγκόσμιο ΑΕΠ κατά 18%, ένα σενάριο το οποίο έχει πολλές πιθανότητες να επιβεβαιωθεί, καθώς, όπως καταδεικνύουν τα στοιχεία της Wellington Management, οι κίνδυνοι για το κλίμα θα αυξηθούν σημαντικά τα επόμενα δέκα με τριάντα χρόνια, ανεβάζοντας το παγκόσμιο θερμόμετρο σε τιμές που αποτελούν πραγματική απειλή για το περιβάλλον, τη δημόσια υγεία και όλους τους τομείς της ανθρώπινης δραστηριότητας. Ο Οργανισμός των Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ) συμμερίζεται τις ίδιες ανησυχίες, ενώ η Διακυβερνητική Επιτροπή του ΟΗΕ, σε πρόσφατη έκθεσή της, έκανε έκκληση για αύξηση των επενδύσεων σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα με στόχο την οικοδόμηση ανθεκτικότητας σε ακραίες κλιματικές καταστάσεις και στη μεταβλητότητα του κλίματος.

Αλλά και στην Ελλάδα η κλιματική αλλαγή και τα ακραία καιρικά φαινόμενα συνδέονται με το ΑΕΠ. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Scope, για το διάστημα από το 1980 ως το 2019 το κόστος που προκύπτει από τα ακραία καιρικά φαινόμενα ανέρχεται στα 7,689 δισ. ευρώ, που αντιστοιχεί σε απώλειες 197 εκατ. ευρώ τον χρόνο. Την ίδια στιγμή, το πλήγμα στο εγχώριο ΑΕΠ από τα ακραία φαινόμενα διαμορφώνεται στο 4,2% του ΑΕΠ του 2019 ή 0,11% του ΑΕΠ ετησίως. Παράλληλα, ιδιαίτερα χαμηλό είναι το ποσοστό των ασφαλισμένων ζημιών, ήτοι στο 2% του συνόλου, ενώ οι θάνατοι από τις καταστροφές και το πλήγμα των ακραίων καιρικών φαινομένων (την περίοδο 1980-2019) διαμορφώνεται σε 23,8 ανά 100.000 κατοίκους (συνολικά 2.550 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους).

Με βάση όλα αυτά τα δεδομένα γίνεται κατανοητό για ποιον λόγο η πιο δημοφιλής δέσμευση των επιχειρήσεων για τη βιώσιμη ανάπτυξη συνδέεται με το κλίμα και τη μείωση του αποτυπώματος του άνθρακα. Προς αυτή την κατεύθυνση και στο πλαίσιο της επίτευξης των κλιματικών στόχων της Συμφωνίας του Παρισιού και της νέας Συμφωνίας της Γλασκώβης υιοθετούν τις αρχές της κυκλικής οικονομίας και εφαρμόζουν μέτρα ανακύκλωσης, μείωσης χρήσης πλαστικού, αναπτύσσουν υποδομές και πρακτικές εξοικονόμησης ενέργειας, προχωρούν σε μεγάλες επενδύσεις υποδομών καθαρής ενέργειας, δικτύων και διαχείρισης απορριμμάτων. Μάλιστα, σε εθνικό επίπεδο, η ανταπόκριση των ελληνικών επιχειρήσεων στους κλιματικούς στόχους θεωρείται καλή, καθώς, σύμφωνα με στοιχεία του Συνδέσμου Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (ΣΕΒ), έχουν μειώσει κατά 29% τις εκπομπές ρύπων, έναντι 22% που είναι ο ευρωπαϊκός μέσος όρος.

Η εταιρική διακυβέρνηση, η οποία μέχρι πρότινος αποτελούσε έναν λιγότερο «σμιλευμένο» τομέα, διαδραματίζει ολοένα και πιο σημαντικό ρόλο στην επίτευξη των στόχων της βιώσιμης ανάπτυξης και πλέον πολλές μεγάλες επιχειρήσεις συνδέουν τα κίνητρα και τις αμοιβές των στελεχών τους με τις επιδόσεις στα ESG. Σύμφωνα με έκθεση της Willis Towers Watson, το 2020 το 51% των εταιρειών του S&P 500 χρησιμοποίησε κάποια μορφή μετρήσεων ESG στον τρόπο αποζημίωσης των στελεχών τους. Από αυτές τις εταιρείες, οι μισές περιλαμβάνουν τα ESG σε ετήσια προγράμματα μπόνους ή κινήτρων, ενώ μόνο το 4% τα χρησιμοποιεί σε μακροπρόθεσμα σχέδια παροχής κινήτρων (LTIP). Μια παρόμοια έκθεση από την PricewaterhouseCoopers (PwC) διαπίστωσε ότι το 45% των επιχειρήσεων του FTSE 100 είχε κάποιο στόχο που συνέδεε τα ESG με το ετήσιο μπόνους, τα κίνητρα ή και τα δύο.

Στις υπόλοιπες βαθμίδες, η δέσμευση των εργαζομένων τίθεται στο επίκεντρο των βιώσιμων πρακτικών των επιχειρήσεων με δράσεις ενίσχυσης των δεξιοτήτων τους και διασφάλισης κατάλληλων συνθηκών εργασίας.

Οι προκλήσεις για το μέλλον

Oι επενδύσεις ESG συνιστούν μια ραγδαία αναπτυσσόμενη αγορά η οποία παρουσιάζει ευκαιρίες ιδιαίτερα για εκείνους που θα κάνουν το «πρώτο βήμα». 

Σύμφωνα με το Bloomberg Intelligence, το 2020 η συνολική αγορά ESG πέρσι έφτασε τα 35 τρισεκατομμύρια δολάρια και, απ’ ό,τι φαίνεται, θα ξεπεράσει τα 50 τρισεκατομμύρια δολάρια μέχρι το 2025.

Αναλυτές της Bank of America έχουν προβλέψει ότι η αγορά προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή θα διπλασιαστεί στα 2 τρισεκατομμύρια δολάρια τον χρόνο μέσα στα επόμενα πέντε χρόνια και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει προτείνει να δαπανηθεί τουλάχιστον το 25% του συνολικού προϋπολογισμού της για δράσεις για το κλίμα τα επόμενα έξι χρόνια. Παρόλο που θα χρειαστεί χρόνος για να ωριμάσουν συνολικά οι ευκαιρίες αυτές, «οι επενδυτές έχουν την ευκαιρία να αποκτήσουν πλεονέκτημα πρώτης κίνησης», επισημαίνει η έκθεση της Wellington Management, ενώ εκτιμά ότι μακροπρόθεσμα οι επενδύσεις στον συγκεκριμένο τομέα θα έχουν σημαντικές αποδόσεις.

Στην Ελλάδα, ο τομέας ESG αναπτύσσεται ακολουθώντας τα πρότυπα του εξωτερικού και ήδη τα πρώτα θετικά αποτελέσματα αναμένεται να φανούν και στην απασχόληση, η οποία, σύμφωνα με στοιχεία του ΣΕΒ, εκτιμάται ότι θα καταγράψει αύξηση κατά 0,7% ως αποτέλεσμα της πλήρους εφαρμογής της Συμφωνίας για το Κλίμα των Ηνωμένων Εθνών. Αυτό σημαίνει πως οι νέες θέσεις εργασίας που θα δημιουργηθούν σε αναδυόμενους πράσινους τομείς, έστω και οριακά, θα είναι περισσότερες από αυτές που θα χαθούν σε τομείς που θα μετασχηματιστούν λόγω αναγκών προσαρμογής στα νέα επίπεδα περιβαλλοντικών απαιτήσεων.

Πηγή: Lifo

Αρθρογράφος
Κύριος χαρακτηρισμός περιεχομένου
Image
Επικεφαλίδα

Ποια είναι η συμβολή της ΕΚΕ και των ESG στην παγκόσμια και εγχώρια οικονομία; Γιατί οι μεγάλες επιχειρήσεις συνδέουν τα κίνητρα και τις αμοιβές των στελεχών τους με τις επιδόσεις στα ESG; Η συνολική αγορά ESG εκτιμάται ότι θα ξεπεράσει τα 50 τρισεκατομμύρια δολάρια μέχρι το 2025.

Tags