Eurobank: Αποκτά ποσοστό 17,3% στην Ελληνική Τράπεζα, αντί 167,9 εκατ. ευρώ

Body

Τη σύναψη συμφωνίας με την Poppy S.à r.l. για την απόκτηση ποσοστού 17,3% στην Ελληνική Τράπεζα, ανακοινώνει η Eurobank, θυγατρική της Eurobank Holdings.

.

Βάσει της συμφωνίας, η Eurobank θα αποκτήσει 71,428,572 μετοχές στην Ελληνική Τράπεζα, έναντι συνολικού τιμήματος 167,9 εκατ. ευρώ ή 2,35 ευρώ/μετοχή, το οποίο μπορεί να προσαρμοστεί, μεταξύ άλλων, ανάλογα με την ημερομηνία της ολοκλήρωσης της Συναλλαγής και τους όρους της επακόλουθης δημόσιας πρότασης.

Σε σχετική ανακοίνωση σημειώνεται ότι η εξαγορά υπόκειται σε κανονιστικές εγκρίσεις και θα ολοκληρωθεί μετά την πλήρη εκπλήρωσή τους. Μέχρι τότε η Poppy S.à r.l. θα συνεχίσει να διατηρεί την πλήρη νομική και πραγματική κυριότητα των μετοχών προς πώληση, καθώς και όλα τα δικαιώματα που απορρέουν από αυτές. Η Eurobank ενδέχεται να εξετάσει την απόκτηση και επιπλέον μετοχών μέσω άλλων συναλλαγών, η ολοκλήρωση των οποίων θα τελεί υπό τις αντίστοιχες κανονιστικές εγκρίσεις.

Η Eurobank κατέχει ήδη ποσοστό 29,2% στην Ελληνική Τράπεζα και συνεπώς, μετά την ολοκλήρωση της Συναλλαγής, η συμμετοχή της θα ανέλθει σε 46,5%. Κατά συνέπεια, σε συμμόρφωση με τις προβλέψεις του νόμου περί Δημοσίων Προτάσεων του 2007 της Κυπριακής νομοθεσίας, η Eurobank, με την ολοκλήρωση της Συναλλαγής θα προβεί σε υποχρεωτική Δημόσια Πρόταση για όλες τις μετοχές της Ελληνικής Τράπεζας που δεν θα της ανήκουν εκείνη τη χρονική στιγμή.

Σημειώνεται ότι «η επένδυση αυτή είναι εναρμονισμένη με τη στρατηγική του Ομίλου Eurobank να ενισχύσει περαιτέρω την παρουσία του στις βασικές αγορές, στις οποίες διατηρεί στρατηγικό ενδιαφέρον και αποτελεί ψήφο εμπιστοσύνης στις θετικές προοπτικές της Κυπριακής οικονομίας».

Η Axia Ventures Group ενήργησε ως χρηματοοικονομικός σύμβουλος της Eurobank για τη συναλλαγή, ενώ η Milbank LLP, η Ιωαννίδης Δημητρίου Δ.Ε.Π.Ε. και η Ποταμίτης Βεκρής Δικ. Εταιρεία παρείχαν νομική υποστήριξη.

Αρθρογράφος
Κύριος χαρακτηρισμός περιεχομένου
Image
Επικεφαλίδα

Σε σχετική ανακοίνωση σημειώνεται ότι η εξαγορά υπόκειται σε κανονιστικές εγκρίσεις και θα ολοκληρωθεί μετά την πλήρη εκπλήρωσή τους