Οι κραδασμοί που προκαλούνται από την κλιματική κατάρρευση (πλημμύρες, ξηρασίες, αυξήσεις της θερμοκρασίας και η αναγκαία προσαρμογή στις αλλαγές) θα πλήξουν την παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη κατά το ένα τρίτο, σύμφωνα με την εκτίμηση κινδύνου από δίκτυο κεντρικών τραπεζών.
.
Το Δίκτυο για το «Πρασίνισμα» του Χρηματοοικονομικού Συστήματος (NGFS – Network for Greening the Financial System), ένα όργανο που δημιουργήθηκε από διεθνείς τράπεζες και χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς, σε έκθεσή του σημειώνει ότι η ραγδαία διόγκωση του κινδύνου των φυσικών καταστροφών στην οικονομία σηματοδοτεί μια σημαντική αλλαγή των στοιχείων όσον αφορά τη συνολική σοβαρότητα της κατάστασης.
Η έκθεση ήρθε στο φως την ώρα που οι απώλειες των επιχειρήσεων μόνο από τις καταστροφικές πλημμύρες στη Βαλένθια, στην οποία έχασαν τη ζωή τους περισσότεροι από 200 άνθρωποι, εκτιμάται ότι ξεπερνούν τα κατά πολύ τα 10 δισ. δολάρια.
«Η νέα μελέτη βασίζεται στα πιο πρόσφατα σύνολα δεδομένων για το κλίμα και την οικονομία», αναφέρεται στην έκθεση.
Παρά την αύξηση του κινδύνου για τις οικονομίες σε όλο τον κόσμο, ορισμένοι ειδικοί λένε ότι ακόμα και αυτή η ανάλυση υποτιμά σε πολύ μεγάλο βαθμό τις επιπτώσεις της κλιματικής κατάρρευση για την οικονομική ανάπτυξη.
Σύμφωνα με τη Σάντι Τραστ, αναλύτρια στο τομέα της βιωσιμότητας και της κλιματικής κρίσης, τα «ψιλά γράμματα» στην έκθεση του δικτύου των κεντρικών τραπεζών αποκαλύπτουν ότι δεν είχαν λάβει υπόψη τον αντίκτυπο των σημείων καμπής του κλίματος, της αύξησης της θερμοκρασίας της θάλασσας, της μετανάστευσης και των συγκρούσεων ως αποτέλεσμα της παγκόσμιας υπερθέρμανσης, των επιπτώσεων στην ανθρώπινη υγεία ή της απώλειας βιοποικιλότητας. Στοιχεία κατάρρευσης του κλίματος, όπως το λιώσιμο του στρώματος πάγου της Γροιλανδίας και η αποψίλωση των δασών του Αμαζονίου, συνοδεύονται από κρίσιμα όρια που, εάν ξεπεραστούν, θα οδηγήσουν σε τεράστιες, επιταχυνόμενες και, σε ορισμένες περιπτώσεις μη αναστρέψιμες αλλαγές στο κλιματικό σύστημα.
Η Σάντι Τραστ μίλησε για «τεράστιο πλήγμα στο ΑΕΠ. Η ζημιά έχει πολλπλασιαστεί πάνω από πέντε φορές, από περίπου 6% σε 33%». Και όπως λέει, θα ακολουθήσουν και άλλα πλήγματα. «Η αναλογία που θα χρησιμοποιούσα είναι ένα μοντέλο “Τιτανικού”: Βλέπουμε το παγόβουνο, αλλά δεν μπορούμε να συνειδητοποιήσουμε ότι δεν υπάρχουν αρκετές σωσίβιες λέμβους στο πλοίο ή ότι το κρύο νερό αποτελεί απειλή για την ανθρώπινη ζωή. Επομένως, αυτή η έκθεση εξακολουθεί να υποτιμά τον κίνδυνο».
Το NGFS είναι ένας όμιλος παγκόσμιων τραπεζών που παρέχει μοντέλα περιβαλλοντικών και κλιματικών κινδύνων στον χρηματοπιστωτικό τομέα. Η τελευταία εκτίμησή του για τους κλιματικούς κινδύνους χρησιμοποιώντας τη νέα μεθοδολογία προβλέπει απώλειες άνω του 30% λόγω της κλιματικής κρίσης έως το 2100 από μια άνοδο κατά 3 βαθμούς Κελσίου της μέσης παγκόσμιας θερμοκρασίας.
Πρόκειται για πρόβλεψη με τεράστια διαφορά σε σύγκριση με τις προηγούμενες οικονομικές προβλέψεις ότι οι ζημιές από την υπερθέρμανση του πλανήτη θα αντιστοιχούσαν στο 2% της παγκόσμιας οικονομικής παραγωγής.
Ωστόσο, προειδοποίησε ότι οι μελλοντικές οικονομικές προοπτικές μπορεί να είναι ακόμα πιο δυσοίωνες. «Δεν μπορεί να αποκλειστεί ότι οι οικονομικές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής μπορεί να αποδειχθούν ακόμη πιο σοβαρές από ό,τι φαίνεται στα σενάρια του NGFS», ανέφερε η έκθεση, προσθέτοντας πως οι κίνδυνοι της κλιματικής αλλαγής θα πρέπει να ληφθούν υπόψιν οι σε συνδυασμό με άλλους κινδύνους, οι οποίοι δεν καλύπτονται απαραίτητα από αυτά τα σενάρια.
Παρά την αύξηση του κινδύνου για τις οικονομίες σε όλο τον κόσμο, ορισμένοι ειδικοί λένε ότι ακόμα και αυτή η ανάλυση υποτιμά σε πολύ μεγάλο βαθμό τις επιπτώσεις της κλιματικής κατάρρευση για την οικονομική ανάπτυξη.