Η «διαΝΕΟσις» προτείνει την ανάπτυξη Επιχειρηματικών Πάρκων σε 73 περιοχές - Όφελος ως και 13,8 δισ. ευρώ

Body

Άνισα κατανεμημένα, συγκριτικά με τις ανάγκες της μεταποίησης, είναι τα 26 Επιχειρηματικά Πάρκα (οργανωμένοι υποδοχείς) που λειτουργούν στη χώρα. Οι περισσότερες ελληνικές επιχειρήσεις λειτουργούν σε «Άτυπες Βιομηχανικές Συγκεντρώσεις», περιοχές δηλαδή με μεγάλη συγκέντρωση βιομηχανιών, αλλά χωρίς κεντρικό σχεδιασμό.

.

Αυτά προκύπτουν από τη νέα έρευνα που δημοσίευσε η «διαΝΕΟσις» και πραγματοποιήθηκε από ερευνητική ομάδα της συμβουλευτικής εταιρείας Re.De-Plan AE Consultants με την επιστημονική υποστήριξη και επιμέλεια της Αθηνάς Γιαννακού, καθηγήτριας στο τμήμα Μηχανικών Χωροταξίας και Ανάπτυξης του ΑΠΘ.

Όπως σημειώνεται στη νέα έρευνα, με τις αλλαγές που προβλέπονται στον πρόσφατο νόμο, αίρονται, ορισμένα, από τα εμπόδια προκειμένου οι Άτυπες Βιομηχανικές Συγκεντρώσεις της Αττικής να μετεξελιχθούν σε Επιχειρηματικά Πάρκα, ενώ δίνεται η δυνατότητα σε Επιχειρηματικά Πάρκα να εγκατασταθούν σε δύο ή περισσότερους χώρους, κάτι που διευκολύνει τις δραστηριότητες της εφοδιαστικής αλυσίδας στα εμπορευματικά λιμάνια, εκσυγχρονίζει τη νομοθεσία για την αδειοδότηση των ρεμάτων, απλοποιεί το σύστημα απόδοσης των εισφορών σε χρήμα, απευθείας στους φορείς υλοποίησης και, τέλος, δίνει νέα κίνητρα για την ανάπτυξη επιχειρηματικών πάρκων (πχ ένταξη των εισφορών σε χρήμα στις δαπάνες που εκπίπτουν φορολογικά). Ωστόσο, όπως υπογραμμίζεται, «η μελέτη αναδεικνύει και σημεία που μένουν να ρυθμιστούν ακόμη».

Πιο αναλυτικά:

  • Ως το μεγαλύτερο πρόβλημα που ανακύπτει από την εφαρμογή του νέου νόμου, λόγω και της δομής της ελληνικής ιδιοκτησίας (μικροί κλήροι), οι συγγραφείς ξεχωρίζουν την απαίτηση του νόμου να υπάρχει πλήρης κυριότητα (ή εναλλακτικά 80% + 20% με δικαίωμα συμφωνιών ή απαλλοτρίωσης) της έκτασης για την έγκριση ανάπτυξης ενός νέου Επιχειρηματικού Πάρκου ή για την επέκταση κάποιου οργανωμένου υποδοχέα που υπάρχει ήδη.
  • Επιπλέον, οι συγγραφείς παρατηρούν ότι «το νέο καθεστώς διοίκησης-διαχείρισης [σσ. που προβλέπει ο νέος νόμος] δεν φαίνεται να αποτρέπει συγκρουσιακές καταστάσεις μεταξύ φορέων διαχείρισης και εγκατεστημένων επιχειρήσεων, ενώ υπάρχει ενδεχόμενο περαιτέρω όξυνσής τους».

Η ανάγκη για ένα Εθνικό Σχέδιο Δράσης

Η συγγραφική ομάδα «πάτησε» επάνω στα αποτελέσματα πρόσφατης μελέτης της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων (ΚΕΕ) προκειμένου να καταρτίσει τη δική της πρόταση για ένα ευρύτερο Εθνικό Σχέδιο Δράσης. Υπενθυμίζεται ότι το 2020 και το 2021, οι ερευνητές απευθύνθηκαν, με στοχευμένα ερωτηματολόγια, στους δήμους εκείνους εντός των ορίων των οποίων η μελέτη της ΚΕΕ πρότεινε να αναπτυχθούν νέα Επιχειρηματικά Πάρκα. Με αυτή την μεθοδολογία, οι συγγραφείς συνέλεξαν και επεξεργάστηκαν τα δεδομένα και επιχείρησαν να καταθέσουν μια πολύ συγκεκριμένη πρόταση που εκτείνεται σε βάθος 20ετίας.

Οι συγγραφείς, μετά την ανάλυσή τους:

- Προτείνουν την ανάπτυξη Επιχειρηματικών Πάρκων σε 73 περιοχές, συνολικής επιφάνειας περίπου 100.000 στρεμμάτων σε ολόκληρη την Ελλάδα, με συνολικό προϋπολογισμό 1,14 δισ. ευρώ (με δημόσια συμμετοχή στο 40%, δηλαδή, περίπου, 23 εκατ. ευρώ κάθε χρόνο για 20 χρόνια).

- Με την παραδοχή ότι αυτά τα 73 πάρκα θα φιλοξενούν περίπου 25.300 στρέμματα επαγγελματικών κτιρίων, υπολόγισαν ότι μπορεί να αποδώσουν συνολικά οικονομική ανάπτυξη, περίπου, 13,8 δισ. ευρώ ή 7,7% του ΑΕΠ (σε όρους 2018).

- Υπολόγισαν το όφελος από την ανάπτυξη των έργων υποδομής σε 13.414 θέσεις απασχόλησης, ενώ για την ανάπτυξη των νέων κτιριακών εγκαταστάσεων, σε 152.840 θέσεις απασχόλησης.

- Υπολόγισαν ότι οι μόνιμες θέσεις εργασίας για τη λειτουργία των επιχειρήσεων θα είναι από 46.475, αν το σύνολο των επιχειρήσεων που θα εγκατασταθούν στα επιχειρηματικά πάρκα του Εθνικού Σχεδίου είναι εντάσεως κεφαλαίου, έως 139.425 θέσεις, αν οι επιχειρήσεις που θα εγκατασταθούν είναι μόνο εντάσεως εργασίας.

Αρθρογράφος
Κύριος χαρακτηρισμός περιεχομένου
Image
Επικεφαλίδα

Ως το μεγαλύτερο πρόβλημα που ανακύπτει από την εφαρμογή του νέου νόμου, λόγω και της δομής της ελληνικής ιδιοκτησίας (μικροί κλήροι), οι συγγραφείς ξεχωρίζουν την απαίτηση του νόμου να υπάρχει πλήρης κυριότητα.