Σχεδόν όλα τα πράσινα ομόλογα που εκδίδονται στις ΗΠΑ αποτυγχάνουν να προωθήσουν πραγματική δράση για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, υπονομεύοντας τα πλεονεκτήματα μιας παγκόσμιας αγοράς που έχει αυξηθεί σε περισσότερα από 3 τρισεκατομμύρια δολάρια, σύμφωνα με μια πρόσφατη μελέτη.
.
Μια ανάλυση των πρώτων πράσινων ομολόγων που πωλήθηκαν από εταιρικούς και εκδότες τοπικής αυτοδιοίκησης μεταξύ 2013 και 2022 διαπίστωσε ότι περίπου το 2% των εσόδων χρησιμοποιήθηκε για τη χρηματοδότηση έργων που είναι πραγματικά μοναδικά ή δεν συνεχίζουν υφιστάμενες εργασίες, ανέφεραν οι Πολίν Λαμ και Τζέφρι Βέργκλερ σε ένα έγγραφο εργασίας που δημοσιεύθηκε αυτό το μήνα από το Εθνικό Γραφείο Οικονομικών Ερευνών (NBER), σύμφωνα με τα όσα αναφέρει το Bloomberg.
Περίπου το 30% των εσόδων από τα εταιρικά πράσινα ομόλογα και το 45% στην περίπτωση των ομολόγων τοπικής αυτοδιοιήκησης χρησιμοποιήθηκαν για την αναχρηματοδότηση του συνήθους χρέους, ενώ σε πολλές άλλες περιπτώσεις τα κεφάλαια κατευθύνθηκαν στην επέκταση υφιστάμενων έργων ή σε νέες αναπτύξεις που ήταν παρόμοιες με προηγούμενες εργασίες.
Οι επενδυτές επίσης συνήθως δεν κάνουν διάκριση μεταξύ των ομολόγων με βάση την «προσθετικότητά» τους, έναν όρο που χρησιμοποιείται για τη μέτρηση των δραστηριοτήτων που δημιουργούν θετικό αντίκτυπο στο κλίμα, ο οποίος δεν θα είχε προκύψει διαφορετικά, σύμφωνα με τη μελέτη του NBER.
Τι λένε οι ερευνητές για τα πράσινα ομόλογα
«Μια κυνική ερμηνεία των αποτελεσμάτων είναι ότι η αγορά πράσινων ομολόγων είναι σε μεγάλο βαθμό ένας χρηματοδοτικός αντιπερισπασμός», ανέφεραν στη μελέτη οι Λαμ και Βέργκλερ, της Σχολής Επιχειρήσεων Stern του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης. «Το εμπειρικό συμπέρασμα είναι ότι η ίδια η ετικέτα των πράσινων ομολόγων παρέχει μικρή διασφάλιση ότι τα κεφάλαια κατευθύνονται προς ένα έργο του οποίου τα πράσινα χαρακτηριστικά είναι νέα για τον εκδότη».
Τα πράσινα ομόλογα ξεπερνούν σε αξία πλέον τα 5 τρισεκατομμύρια δολάρια, καθώς οι κυβερνήσεις και οι εταιρείες αναζητούν κεφάλαια για έργα με χαμηλότερο κόστος δανεισμού.
Ενώ η Ευρώπη -που έχει αυστηρότερους περιβαλλοντικούς, κοινωνικούς κανόνες και κανόνες διακυβέρνησης από τις ΗΠΑ- αντιπροσωπεύει το μεγαλύτερο μερίδιο της έκδοσης πράσινων ομολόγων, ο όγκος αυξήθηκε τα τελευταία τρία χρόνια στην Αμερική και ανήλθε σε περίπου 79,7 δισ. δολάρια τους πρώτους οκτώ μήνες του 2024, αυξημένος κατά 11% σε σχέση με την ίδια περίοδο πριν από ένα χρόνο, σύμφωνα με το Bloomberg Intelligence.
Καθώς οι ρυθμιστικές αρχές στοχεύουν στη βελτίωση της ποιότητας και εν μέσω μιας ευρύτερης αμφισβήτησης των στόχων ESG, τα πράσινα ομόλογα γίνονται αντικείμενο αυξανόμενου ελέγχου. Ο αυξανόμενος σκεπτικισμός των επενδυτών έχει συμβάλει στη διάβρωση του λεγόμενου greenium. Η χρήση των εσόδων για αναχρηματοδότηση δεν είναι απαραίτητα προβληματική, δήλωσε η Νέκα Τσίκε-Όμπι, ανώτερη διευθύντρια και επικεφαλής των αξιολογήσεων και της έρευνας ESG στην περιοχή Ασίας-Ειρηνικού της Sustainable Fitch.
«Σε ορισμένους τομείς, όπως ο τομέας των ακινήτων, τα ομόλογα χρησιμοποιούνται συνήθως για αναχρηματοδότηση και αυτό περιλαμβάνει τα πράσινα ομόλογα, εάν τα έργα πληρούν τα πράσινα κριτήρια επιλεξιμότητας», δήλωσε η ίδια. Ορισμένες μεθοδολογίες αξιολόγησης αποδίδουν ήδη καλύτερη βαθμολογία όταν μεγαλύτερο μερίδιο των εσόδων διατίθεται σε νέες και πρόσθετες δραστηριότητες.
Η μελέτη των Lam και Wurgler ήταν «λανθασμένη στο να υποτιμήσει την αγορά πράσινων ομολόγων για την παροχή χρηματοδότησης σε υφιστάμενα πράσινα έργα», δήλωσε ο Ουλφ Έρλαντσον, διευθύνων σύμβουλος του Anthropocene Fixed Income Institute, ενός ερευνητικού οργανισμού.
Πηγή: Bloomberg/Απόδοση Ot.gr
Τα πράσινα ομόλογα ξεπερνούν σε αξία πλέον τα 5 τρισεκατομμύρια δολάρια, καθώς οι κυβερνήσεις και οι εταιρείες αναζητούν κεφάλαια για έργα με χαμηλότερο κόστος δανεισμού.