Η κλιματική αλλαγή, τα ακραία καιρικά φαινόμενα και η ενεργειακή μετάβαση θα καταστήσουν ολοένα και πιο δύσκολο για την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και της επικεφαλής της, Κριστίν Λαγκάρντ να αξιολογεί σωστά την οικονομική κατάσταση της ευρωζώνης και να καθορίζει τη νομισματική της πολιτική, αναφέρουν μελέτες αναλυτών της ΕΚΤ που δόθηκαν στη δημοσιότητα σήμερα Τετάρτη.
.
Ο Μάιλς Πάρκερ, ανώτερος οικονομολόγος της ΕΚΤ, προειδοποιεί ότι και οι τρεις προαναφερθείσες προκλήσεις είναι πιθανόν να επηρεάσουν τις αναπτυξιακές προοπτικές (δυνητική παραγωγή) της ευρωζώνης τις επόμενες δεκαετίες. Και επισημαίνει ότι αυτή η μεταβλητή αποτελεί βασικό στοιχείο για τις τριμηνιαίες προβολές, οι οποίες καθορίζουν και τις αποφάσεις για τα επιτόκια.
«Η μη μετριασμένη κλιματική αλλαγή είναι σημαντικά χειρότερη για τη δυνητική παραγωγή μακροπρόθεσμα από τον αντίκτυπο της μετάβασης στον καθαρό μηδενικό άνθρακα», γράφει ο Πάρκερ, ο οποίος ωστόσο, υπογραμμίζει ότι η μετάβαση αυτή καθ’ εαυτή μπορεί επίσης να μειώσει τη δυνητική παραγωγή, ιδιαίτερα βραχυπρόθεσμα.
Οι επιπτώσεις εκτείνονται πέρα από την καταστροφή του φυσικού κεφαλαίου κατά τη διάρκεια ακραίων γεγονότων και περιλαμβάνουν τις επιπτώσεις στην προσφορά εργασίας και την τεχνολογική πρόοδο.
Νομισματική πολιτική
Σύμφωνα με τον Πάρκερ, μια σημαντική πρόκληση για τη νομισματική πολιτική είναι ο ουσιαστικός τοπικός αντίκτυπος της κλιματικής αλλαγής σε περιοχές ή σε ορισμένους τομείς, σε αντίθεση με τα τυπικά μακροοικονομικά σοκ. Ιδιαίτερα οι αποκλίνουσες επιπτώσεις σε επίπεδο χώρας μπορούν να δημιουργήσουν προκλήσεις για τη λειτουργία της νομισματικής πολιτικής στη ζώνη του ευρώ. Πρόσφατη έρευνα έχει επισημάνει πώς οι δεσμοί παραγωγής μεταξύ των επιχειρήσεων μπορούν να ενισχύσουν τους κραδασμούς.
Οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής που επικεντρώνονται σε ορισμένους τομείς ή περιφέρειες μπορεί επομένως να επηρεάσουν τη συνολική δραστηριότητα και τις τιμές πολύ περισσότερο από ό,τι υποδηλώνει το μερίδιό τους στην παραγωγή και ως εκ τούτου να έχουν επιπτώσεις στη νομισματική πολιτική.
Επιπτώσεις
Το Bloomberg θυμίζει ότι οι οικονομολόγοι προσπαθούν να αξιολογήσουν πώς η κλιματική αλλαγή και οι στρατηγικές για την αντιμετώπισή της επηρεάζουν τις τιμές και την ικανότητα των επιχειρήσεων να αναπτυχθούν.
Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο εκτιμά ότι, τουλάχιστον αυτή τη δεκαετία, το κόστος συνεπάγεται ταχύτερο πληθωρισμό και ασθενέστερη ανάπτυξη.
Ανησυχίες
Μια ξεχωριστή έρευνα της ΕΚΤ έδειξε ότι οι ανησυχίες σχετικά με τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής τα επόμενα πέντε χρόνια είναι «αρκετά διαδεδομένες» σε όλες τις εταιρείες της ζώνης του ευρώ. Περίπου το 60% ανέφερε ότι οι κίνδυνοι μετάβασης που σχετίζονται με αυστηρότερα πράσινα πρότυπα είναι «πολύ σημαντικοί».
Οι μισοί έκριναν ότι έχουν κάνει επαρκείς επενδύσεις για να μειώσουν το δικό τους αποτύπωμα άνθρακα, με σχεδόν το ένα τέταρτο να σχεδιάζει να το κάνει μέσα στα επόμενα πέντε χρόνια. Περίπου το ένα τρίτο ξόδεψε χρήματα για να μετριάσει τον αντίκτυπο του φυσικού κινδύνου.
Ταυτόχρονα, περισσότεροι από τους μισούς είπαν ότι τα υπερβολικά υψηλά επιτόκια ή το κόστος χρηματοδότησης και οι ανεπαρκείς δημόσιες επιδοτήσεις αποτελούν «πολύ σημαντικά εμπόδια» στις επενδύσεις που σχετίζονται με το κλίμα.
Η ΕΚΤ αύξησε τα επιτόκια για 10η συνεχή φορά αυτόν τον μήνα, φέρνοντας τη συνολική αυστηροποίηση από τον Ιούλιο του περασμένου έτους στις 450 μονάδες βάσης.
Οι επιπτώσεις εκτείνονται πέρα από την καταστροφή του φυσικού κεφαλαίου κατά τη διάρκεια ακραίων γεγονότων και περιλαμβάνουν τις επιπτώσεις στην προσφορά εργασίας και την τεχνολογική πρόοδο.