Παρότι στο τελικό κείμενο της COP30 δεν γίνεται καν άμεση αναφορά στις αγορές άνθρακα, το κλίμα που διαμορφώθηκε στο Μπελέμ δείχνει πως ο συγκεκριμένος μηχανισμός επιστρέφει στο προσκήνιο της διεθνούς κλιματικής συζήτησης. Μετά τα σκάνδαλα που από το 2022 κλόνισαν την αξιοπιστία πολλών συστημάτων πιστοποίησης, η φετινή σύνοδος έδειξε σημάδια πραγματικής ανάκαμψης—όχι σε επίπεδο ρητορικής, αλλά σε χειροπιαστές πρωτοβουλίες, συμμαχίες και νέες ρυθμιστικές εξελίξεις.
.
Η Beatriz Granziera από το The Nature Conservancy υπογραμμίζει ότι το 2025 αποτέλεσε «σημαντική χρονιά για τις αγορές άνθρακα, και ειδικότερα για τις αγορές υπό τη Συμφωνία του Παρισιού». Ήδη από την COP29, στην Μπακού, είχαν κλείσει κρίσιμα τεχνικά ζητήματα γύρω από την εφαρμογή του Άρθρου 6. Στο Μπελέμ, η συζήτηση μετακινήθηκε από την τεχνική λεπτομέρεια στη μεγαλύτερη εικόνα: τη συνεισφορά των αγορών άνθρακα στη χρηματοδότηση της προστασίας των οικοσυστημάτων, και ειδικά του Αμαζονίου.
Ο Αμαζόνιος, που έχει χάσει περίπου το ένα πέμπτο της επιφάνειάς του τα τελευταία 50 χρόνια, δεν απορροφά πλέον μόνο διοξείδιο του άνθρακα—σε πολλές περιοχές εκπέμπει κιόλας, εξαιτίας των πυρκαγιών και της αποψίλωσης. Παράλληλα όμως παραμένει ένα από τα πιο αποδοτικά μέρη στον πλανήτη για έργα έκδοσης carbon credits, καθώς η ταχεία ανάπτυξη των δέντρων επιτρέπει γρήγορη δημιουργία απορροφήσεων.
Η περίπτωση της Mombak, μιας βραζιλιάνικης εταιρείας carbon removals, αποτέλεσε χαρακτηριστικό παράδειγμα. Η εταιρεία έχει μετατρέψει μια πρώην κτηνοτροφική έκταση περίπου 125 χιλιόμετρα νότια του Μπελέμ σε έργο αποκατάστασης τροπικού δάσους. Έχει ήδη εξασφαλίσει μεγάλα συμβόλαια προαγοράς πιστώσεων με εταιρείες τεχνολογίας όπως η Google και η Microsoft. Όμως ο CEO της, Peter Fernandez, είναι σαφής: η εθελοντική αγορά δεν φτάνει για να ανταποκριθεί στα επίπεδα απορρόφησης που απαιτούνται μέχρι το 2050. Βλέπει ως αναπόφευκτη την ενοποίηση των επιμέρους αγορών, ώστε η διεθνής ζήτηση να μπορεί να φτάσει τα επίπεδα που απαιτούνται για να επιτευχθούν οι στόχοι του Παρισιού.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκε και η συζήτηση γύρω από τις διεθνείς πρωτοβουλίες που ανακοινώθηκαν στο Μπελέμ. Η δημιουργία της Open Coalition on Compliance Carbon Markets, με τη συμμετοχή 18 χωρών και περιοχών — ανάμεσά τους η ΕΕ, η Βραζιλία και η Κίνα — θεωρήθηκε από πολλούς ως ένα ουσιαστικό βήμα προς εναρμονισμένα πρότυπα μέτρησης, επαλήθευσης και λογιστικής των πιστώσεων.
Η ΕΕ, επιπλέον, ανακοίνωσε πως το νέο της κλιματικό σχέδιο για το 2040 επιτρέπει τη χρήση διεθνών carbon credits για την κάλυψη έως και του 5% των μειώσεων εκπομπών. Για την Granziera, αυτή η απόφαση θα μπορούσε να «διπλασιάσει» τη σημερινή ζήτηση πιστώσεων υπό το Άρθρο 6. Σημαντικό θεωρείται και το βήμα της Science Based Targets initiative, η οποία ενσωμάτωσε στους νέους κανόνες της τη δυνατότητα χρήσης carbon credits σε εταιρικές στρατηγικές net-zero.
Στο μεταξύ, η Coalition to Grow Carbon Markets — που ιδρύθηκε από το Ηνωμένο Βασίλειο, τη Σιγκαπούρη και την Κένυα — κέρδισε νέα μέλη στη διάρκεια της COP30, αυξάνοντας την πολιτική στήριξη στη δημιουργία κοινών αρχών για την «υψηλής ακεραιότητας» χρήση πιστώσεων. Η Σιγκαπούρη, ειδικά, αναδεικνύεται σε ηγετικό κέντρο των αγορών άνθρακα, έχοντας υπογράψει μια σειρά συμφωνιών Άρθρου 6 με χώρες όπως η Γκάνα, το Περού και η Παραγουάη. Η κυβέρνηση της πόλης-κράτους σκοπεύει να χρησιμοποιήσει τέτοιου είδους πιστώσεις τόσο για τις δικές της δεσμεύσεις όσο και για τη μείωση του κόστους συμμόρφωσης των εταιρειών.
Ωστόσο, μαζί με τη νέα δυναμική, αναδύονται και παλιά διλήμματα. Ο Fred Teo της GenZero προειδοποιεί για μια «περίεργη αφήγηση» που ευνοεί τα έργα απορρόφησης (όπως η φύτευση νέων δασών) έναντι των έργων αποφυγής (όπως η προστασία υφιστάμενων δασών). Τα στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας δείχνουν ότι οι τιμές πιστώσεων για απορροφήσεις είναι πλέον σχεδόν τριπλάσιες από τις τιμές πιστώσεων αποφυγής, κάτι που μπορεί να προκαλέσει στρέβλωση κεφαλαίων.
Ταυτόχρονα, η συζήτηση για το πόσο «μόνιμες» πρέπει να θεωρούνται οι απορροφήσεις παραμένει ανοιχτή. Το Supervisory Body του Άρθρου 6.4 είχε αρχικά προτείνει πολύ αυστηρά κριτήρια διάρκειας, άνω των 100 ετών, κάτι που θα απέκλειε ουσιαστικά τα έργα που βασίζονται στη φύση. Μετά από έντονες αντιδράσεις, δείχνει τώρα διάθεση μεγαλύτερης ευελιξίας — αλλά οι τελικές αποφάσεις αναμένονται το 2026.
Παρότι δεν υπήρξαν καταλυτικές τομές, η COP30 φαίνεται να δημιούργησε αίσθηση κινητικότητας στις αγορές άνθρακα. Όπως λέει ο Teo, «υπάρχει μια αυξανόμενη συναίνεση ότι τα carbon credits έχουν ρόλο στο συνολικό ταξίδι προς την απανθρακοποίηση». Το εάν αυτή η συναίνεση θα γίνει πράξη στα πρότυπα και τους κανόνες των επόμενων ετών — και εάν οι αγορές θα μπορέσουν να στηρίξουν πραγματικά οικοσυστήματα όπως τον Αμαζόνιο — θα κριθεί στους διαδρόμους της διεθνούς διαπραγμάτευσης και στη σοβαρότητα των εθνικών σχεδίων.
Πηγή: Reuters
Παρότι δεν υπήρξαν καταλυτικές τομές, η COP30 φαίνεται να δημιούργησε αίσθηση κινητικότητας στις αγορές άνθρακα.