Η παγκόσμια οικονομία βρίσκεται σε μια από τις πιο καθοριστικές στιγμές της σύγχρονης ιστορίας. Οι επιχειρήσεις και τα κράτη δεν καλούνται απλώς να περιορίσουν τις εκπομπές, αλλά να αναμορφώσουν τις ίδιες τις δομές ανάπτυξης, παραγωγής και χρηματοδότησης. Στο επίκεντρο αυτής της μετάβασης βρίσκεται η Climate Bonds Initiative (CBI), η οποία έχει συγκεντρώσει και αναλύσει τα διαθέσιμα στοιχεία της αγοράς βιώσιμων ομολόγων. Η πρωτοβουλία καταλήγει στο εξής εύρημα: υπάρχει ήδη μπροστά μας μια δεξαμενή επενδυτικών ευκαιριών ύψους 4,4 τρισ. δολαρίων μέσα στην επόμενη δεκαετία, μόνο από δώδεκα χώρες που χαρακτηρίζονται «κλιματικοί ηγέτες».
.
Το στοιχείο που κάνει την πρόβλεψη ακόμη πιο ενδιαφέρουσα δεν είναι μόνο το μέγεθος, αλλά η προέλευση αυτών των κεφαλαίων: οι εκδόσεις θα προέλθουν από κυβερνήσεις, κρατικούς φορείς, χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις που έχουν ιστορικό πρόσβασης στις κεφαλαιαγορές και θεωρούνται πιστοληπτικά αξιόπιστοι εκδότες. Αυτό σημαίνει ότι οι επενδυτικές ευκαιρίες δεν εξαρτώνται από θεωρητικά σενάρια, αλλά από πραγματικές προθέσεις δανεισμού.
Η νέα αγορά: από 6 τρισ. σε δυναμικό 4,4 τρισ. μέσα σε μία δεκαετία
Την τελευταία δεκαετία, η αγορά των πράσινων, κοινωνικών και βιώσιμων ομολόγων (γνωστή ως GSS+) έχει ξεπεράσει τα 6 τρισ. δολάρια. Αν και η ανάπτυξη των παραδοσιακών αγορών ομολόγων κινείται σε χαμηλούς ρυθμούς, οι GSS+ εκδόσεις αυξάνονται με ένταση, κινητοποιώντας θεσμικούς επενδυτές, funds και συνταξιοδοτικά ταμεία.
Ένα από τα βασικά προβλήματα των επενδυτών ήταν μέχρι πρόσφατα η έλλειψη «pipeline», δηλαδή η αβεβαιότητα για το εάν θα υπάρχουν αρκετά έργα που να πληρούν τις προϋποθέσεις χρηματοδότησης μέσω πράσινων ομολόγων. Η CBI έρχεται να απαντήσει σε αυτό το ερώτημα: όχι μόνο υπάρχει pipeline, αλλά είναι τεράστιο και συνεχώς διευρύνεται.
Με συντηρητικό σενάριο ανάπτυξης της αγοράς κατά 5% ετησίως, οι δώδεκα χώρες-δείγμα αναμένεται να δημιουργήσουν εκδόσεις ύψους 4,4 τρισ. δολαρίων μέχρι το 2035. Το ενδιαφέρον είναι πως αυτές οι χώρες αντιστοιχούν μόλις στο 23% της διεθνούς αγοράς GSS+. Άρα, αν η τάση αυτή επεκταθεί, η αγορά θα μπορούσε να φτάσει συνολικά τα 17,8 τρισ. δολάρια.
Ποιοι είναι οι «κλιματικοί ηγέτες»
Οι δώδεκα χώρες που εξετάζονται είναι: Αυστραλία, Βραζιλία, Κόστα Ρίκα, Δανία, Δομινικανή Δημοκρατία, Γαλλία, Ιαπωνία, Κένυα, Ρουάντα, Σιγκαπούρη, Ισπανία και Ηνωμένο Βασίλειο.
Οι χώρες αυτές έχουν κοινό σημείο τη σαφή πολιτική στόχευση και επενδυτικό πλάνο προς την πράσινη μετάβαση:
-
η Δανία θέτει στόχο μείωσης εκπομπών κατά 70% έως το 2030 και προωθεί μαζική ανάπτυξη offshore αιολικών και πράσινου υδρογόνου,
-
η Κόστα Ρίκα ηλεκτροδοτείται ήδη σχεδόν 100% από ΑΠΕ,
-
η Ιαπωνία λανσάρει κρατικά transition bonds στο πλαίσιο της βιομηχανικής μετάβασης,
-
η Αυστραλία επενδύει σε ανανεώσιμη ενέργεια και μπαταρίες με δεσμευμένες κρατικές εγγυήσεις,
-
η Βραζιλία επανεξετάζει το μοντέλο αξιοποίησης του Αμαζονίου, συνδέοντας την οικονομία με πράσινη χρηματοδότηση.
Αυτό που διακρίνει τις συγκεκριμένες χώρες δεν είναι η περιβαλλοντική ευαισθησία, αλλά η αναγνώριση πως ο κλιματικός μετασχηματισμός είναι οικονομική ευκαιρία.
Η μετάβαση δεν είναι μόνο για τις ΑΠΕ – είναι η αναδόμηση της οικονομίας
Η έρευνα δείχνει ότι οι επενδυτικές ανάγκες δεν περιορίζονται στην παραγωγή πράσινης ενέργειας. Αντίθετα, «απογειώνονται» τα έργα που θα επιτρέψουν τη μετάβαση: δίκτυα, υποδομές, αποθήκευση, ηλεκτροκίνηση, υδρογόνο.
Μόνο το 2024, οι επενδύσεις σε καθαρές ενεργειακές τεχνολογίες έφτασαν τα 2,2 τρισ. δολάρια, διπλάσιες από τις επενδύσεις σε ορυκτά καύσιμα. Τα έργα ΑΠΕ είναι πλέον τόσο φθηνά που σε πολλές περιπτώσεις αποτελούν την οικονομικότερη λύση σε σχέση με τα ορυκτά καύσιμα.
Τέσσερις κατηγορίες επενδύσεων αναμένεται να απορροφήσουν μεγάλο μέρος κεφαλαίου:
-
Ανανεώσιμες πηγές ενέργειας
-
Αναβάθμιση ηλεκτρικών δικτύων και αποθήκευσης ενέργειας
-
Καθαρή βιομηχανική παραγωγή και πράσινο υδρογόνο
-
Ανθεκτικότητα υποδομών (resilience)
Το “γενικό νέο”: η επενδυτική στροφή στα δίκτυα
Ένα από τα λιγότερο προβεβλημένα, αλλά καθοριστικά ευρήματα της έκθεσης αφορά τα δίκτυα. Χωρίς αναβαθμίσεις σε δίκτυα μεταφοράς ενέργειας, οι ΑΠΕ δεν μπορούν να ενσωματωθούν.
Ήδη:
-
πάνω από 1.650 GW έργων ΑΠΕ παγκοσμίως βρίσκονται σε αναμονή σύνδεσης,
-
οι ετήσιες επενδύσεις σε δίκτυα ανέρχονται σε 390 δισ. δολάρια και αυξάνονται.
Το ενεργειακό δίκτυο γίνεται η νέα «μεγάλη υποδομή» του αιώνα.
Ανθεκτικότητα: η νέα κατηγορία ομολόγων
Η CBI προβλέπει εκθετική ανάπτυξη των επενδύσεων σε υποδομές ανθεκτικότητας (resilience financing). Σήμερα, επενδύονται περίπου 65 δισ. δολάρια τον χρόνο, ενώ οι ανάγκες ξεπερνούν τα 300 δισ.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η έκδοση ομολόγου του Τόκιο για έργα ανθεκτικότητας σε πλημμύρες και ακραία φαινόμενα. Η προσφορά υπερκαλύφθηκε κατά επτά φορές, δείχνοντας ότι οι επενδυτές θεωρούν την ανθεκτικότητα όχι κόστος, αλλά ευκαιρία.
Ο αγώνας για τις πρώτες ύλες
Η μετάβαση απαιτεί τεράστιες ποσότητες κρίσιμων ορυκτών όπως λίθιο, χαλκό, νικέλιο και σπάνιες γαίες. Η ζήτηση για λίθιο προβλέπεται να αυξηθεί κατά 700% έως το 2040. Η επαρκής προσφορά αυτών των υλικών θα κρίνει την ταχύτητα της πράσινης μετάβασης.
Η στρατηγική διάσταση είναι ξεκάθαρη: χώρες όπως η Αυστραλία και η Βραζιλία δεν θέλουν να εξάγουν μόνο πρώτες ύλες, αλλά να κρατούν μέσα στην οικονομία τους την παραγωγική αξία της επεξεργασίας και της βιομηχανικής παραγωγής.
Συμπέρασμα: Τα κεφάλαια υπάρχουν. Το στοίχημα είναι η ταχύτητα.
Ο κόσμος δεν βρίσκεται μπροστά σε έλλειψη χρημάτων. Βρίσκεται μπροστά σε έλλειψη χρόνου.
Η Climate Bonds Initiative δείχνει ότι η πράσινη μετάβαση δεν είναι ουτοπία, αλλά μια οικονομία που ήδη χτίζεται. Οι επενδυτές είναι έτοιμοι να μπουν. Οι χώρες που κινούνται γρήγορα θα εξασφαλίσουν:
-
νέες βιομηχανίες,
-
ενεργειακή ανεξαρτησία,
-
ανταγωνιστικότητα για τις επόμενες δεκαετίες.
Η πράσινη οικονομία δεν είναι πλέον επιλογή. Είναι το νέο πεδίο ισχύος.
Το στοιχείο που κάνει την πρόβλεψη ακόμη πιο ενδιαφέρουσα δεν είναι μόνο το μέγεθος, αλλά η προέλευση αυτών των κεφαλαίων.