Οικονομικά βιώσιμος παραμένει ο κλάδος των ανεμογεννητριών παρά την αύξηση του κόστους υλικών και κατασκευής και παρά τις προκλήσεις στις διεθνείς αγορές, που επιβαρύνουν τις μεγαλύτερες εταιρείες ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Αυτό δήλωσε η διευθύνουσα σύμβουλος του ομίλου Macquarie, Shemara Wikramanayake, υποστηρίζοντας ότι η σχετική βιομηχανία έχει βρει τον τρόπο να περιορίσει τις δαπάνες, έτσι ώστε να είναι ανταγωνιστική με τις εναλλακτικές λύσεις.
.
Στο πλαίσιο του New Economy Forum που διοργανώνει το Bloomberg, η Wikramanayake τόνισε: «Κάνουμε μια επανατοποθέτηση στα μέρη όπου βρήκαμε τον τρόπο μείωσης του κόστους, αλλά όχι σε σημείο που δεν είναι βιώσιμο».
Από την αρχή του έτους έχουν σημειωθεί ευρείες απώλειες στην αγορά των ΑΠΕ, με τον δείκτη καθαρής ενέργειας της S&P Global να έχει υποχωρήσει κατά τουλάχιστον 30%. Μεγαλύτερο «βαρίδι» είναι μεγάλες εταιρείες ανεμογεννητριών, όπως η Orsted της Δανίας. Η κατάσταση έχει μάλιστα προσελκύσει και σορτάκηδες που ποντάρουν σε περαιτέρω πτώση, ενόσω ορισμένοι μεγάλοι επενδυτές προειδοποιούν για νέες απώλειες στο μέλλον.
Πράγματι, ο κλάδος των ανεμογεννητριών έχει «λυγίσει» από το αυξημένο κόστος δανεισμού και την ακρίβεια στα υλικά, με αποτέλεσμα οι εταιρείες που δραστηριοποιούνται στον τομέα να δυσκολεύονται να διασφαλίσουν κερδοφορία από νέα έργα. Ενδεικτικά, η Orsted, η μεγαλύτερη εταιρεία διεθνώς στην ανάπτυξη υπεράκτιων αιολικών πάρκων, ανακοίνωσε την περασμένη εβδομάδα ότι υπαναχωρεί από δύο μεγάλα έργα στις ΗΠΑ και ότι θα σημειώσει ζημίες το τρίτο τρίμηνο.
«Κάποια από τα οφέλη που είδαμε μειώνοντας τα κόστη ανατρέπονται», δήλωσε η Wikramanayake. Σε πρόσφατη δημοπρασία ΑΠΕ στη Βρετανία, στις 44 λίρες ανά μεγαβατώρα, δεν υπήρξε καμία προσφορά, «και αυτό δείχνει ότι τα κόστη ανέβηκαν», δήλωσε. «Ωστόσο, νομίζω ότι η τιμή ενέργειας στη χονδρική αγορά της Βρετανίας ανέρχεται περίπου στις 80 λίρες ανά μεγαβατώρα, επομένως μπορούν να πάνε στις 50 λίρες για αιολική ενέργεια και να την αναδείξουν ακόμη και σε αυτή την τιμή», προσέθεσε. «Αυτή η ανατροπή είναι κακή εξέλιξη, αλλά όχι και το τέλος του κόσμου», συμπλήρωσε.
Από την αρχή του έτους έχουν σημειωθεί ευρείες απώλειες στην αγορά των ΑΠΕ, με τον δείκτη καθαρής ενέργειας της S&P Global να έχει υποχωρήσει κατά τουλάχιστον 30%.