Καθώς η πίεση προς τις εταιρίες να λάβουν μέτρα ενάντια στην κλιματική αλλαγή και να συμμορφωθούν με τα κριτήρια ΕSG ολοένα και αυξάνει, ανάλογη είναι και η αύξηση των εταιριών που συμπορεύονται σε αυτή την προσπάθεια θέτοντας φιλόδοξους στόχους για την επίτευξη μειωμένων ρύπων ή και κλιματικής ουδετερότητας, με την υποστήριξη της πρωτοβουλίας Science Based Targets (SBTi).
Σύμφωνα με την έκθεση που δημοσίευσε το SBT αναφορικά με την κλιμάκωση της παγκόσμιας κινητοποίησης των επιχειρήσεων για την κλιματική αλλαγή, 2.200 εταιρίες (που εκπροσωπούν πάνω από το 1/3 της κεφαλαιοποίησης της παγκόσμιας οικονομίας -38 τρισ. δολαρια), έχουν ήδη εγκρίνει ή προχωρήσει σε ανάληψη πρωτοβουλιών προς αυτή την κατεύθυνση. Συγκεκριμένα, το 2021 αποτελεί χρονιά ρεκόρ, αφού ο αριθμός των εταιριών που συμμετέχουν στην πρωτοβουλία Science Based Targets (SBT) αυξήθηκε με τριπλάσια ταχύτητα σε σύγκριση με το 2020. Αυτές οι εταιρίες έχουν θέσει σημαντικούς στόχους μείωσης εγκεκριμένους από το SBTi, ενώ σημαντικό ποσοστό από αυτές έχουν θεσπίσει ως στόχο την κλιματική ουδετερότητα (net zero) μέχρι το 2030.
Αν και για μια εταιρία ο καθορισμός μηδενικών στόχων (net-zero) σε συνδυασμό με τη δέσμευσή της για μείωση του ρυθμού αύξησης της θερμοκρασίας κατά 1,5°C είναι ζωτικής σημασίας στον αγώνα της κατά της κλιματικής αλλαγής, δεν είναι σε καμία περίπτωση αρκετός. Είναι απαραίτητο να έχει ενσωματώσει στη στρατηγική της συγκεκριμένο πλάνο δράσης, να παρακολουθεί στενά τις επιμέρους διαδικασίες και να ενημερώνει για την πρόοδο με τη δέουσα διαφάνεια.
Μερικές από τις μεγαλύτερες εταιρίες στον κόσμο κατηγορήθηκαν ότι υπερβάλλουν στις αναφορές τους για τα αποτελέσματα που έχουν οι πρωτοβουλίες που αναλαμβάνουν για το κλίμα, στην έκθεση που δημοσίευσε το New Climate Institute and Carbon Market Watch στις αρχές του 2022. Η έκθεση έχει βάλει κάτω από το μικροσκόπιο 25 πολυεθνικές εταιρίες σχετικά με τη διαφάνεια αλλά και τη συνέπεια των στοιχείων που παραθέτουν για τις δράσεις που υλοποιούν για το κλίμα. Εταιρίες όπως, Amazon, Google και Volkswagen διαπιστώνει ότι έχουν χαμηλή επίδραση στους μηδενικούς στόχους.
Η πίεση που δέχονται οι εταιρίες για ανάληψη δράσης σε ότι αφορά την κλιματική αλλαγή και την κλιματική ουδετερότητα είναι πολύ αυξημένη πλέον και αρκετές φορές οι στόχοι τους και τα αποτελέσματα που παρουσιάζουν στερούνται πραγματικής ουσίας. Ωστόσο, υπάρχουν εταιρίες που αναγνωρίζονται για τον ηγετικό τους ρόλο στις δράσεις για το κλίμα, όπως η Deutsche Post που πραγματοποιεί σημαντικές επενδύσεις σε τεχνολογίες απαλλαγής από τις εκπομπές ρύπων στον τομέα των μεταφορών και των logistics.
Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις εντείνουν και αυτές τις προσπάθειές τους στον αγώνα κατά της κλιματικής αλλαγής και συμμόρφωσης με τα κριτήρια ESG λόγω των σημαντικών πιέσεων που θα λάβουν από τον Χρηματοοικονομικό Τομέα αλλά και από τους πελάτες τους εφόσον είναι B2B. Όμως μέχρι σήμερα εξακολουθούν να μην διαθέτουν τους απαραίτητους πόρους αλλά και τη δέσμευση μια και θεωρούν ότι οι μεγαλύτερες εταιρείες πρέπει πρώτα να το πράξουν. Οι χρηματοοικονομικοί πόροι είναι σαφώς η μεγαλύτερη πρόκληση που αντιμετωπίζουν αλλά και τροχοπέδη για αυτές, καθώς εκτιμάται ότι το 70% των μικρομεσαίων επιχειρήσεων παγκοσμίως είναι απαραίτητο να έχουν πρόσβαση σε εξωτερικούς πόρους για να μπορέσουν να μειώσουν ταχύτερα τις εκπομπές ρύπων.
Στην πραγματικότητα όμως η ανάληψη δράσης για το κλίμα δημιουργεί πιο ανθεκτικές και ανταγωνιστικές επιχειρήσεις, οι οποίες έχουν καλύτερη πρόσβαση στις δανειοδοτήσεις από τους χρηματοοικονομικούς οργανισμούς.
Πηγή: Euro2day.gr
Νίκος Αυλώνας , Πρόεδρος Κέντρου Αειφορίας (CSE), Επισκέπτης Καθηγητής Οικονομικό Πανεπιστήμιο Aθηνών (IMBA) & Πανεπιστήμιο του Ιλινόις -Σικάγο.