Είναι καθολικά αποδεκτό πως οι ενέργειες και οι δράσεις των επιχειρήσεων έχουν σημαντικές επιπτώσεις στην ποιότητα ζωής των ανθρώπων, τόσο στην Ευρωπαϊκή Ένωση όσο σε όλο τον κόσμο. Επιπτώσεις οι οποίες συνδέονται με τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που προσφέρουν, τις θέσεις εργασίας, τις ευκαιρίες εργοδότησης και τις συνθήκες εργασίας, τα ανθρώπινα δικαιώματα, την υγεία, το περιβάλλον, την καινοτομία, την εκπαίδευση και την κατάρτιση. Γι’ αυτό και οι πολίτες της ΕΕ αναμένουν από τις εταιρείες να κατανοήσουν τις θετικές και αρνητικές επιπτώσεις που οι δράσεις τους έχουν στην κοινωνία και το περιβάλλον, να τις διαχειριστούν και να τις αποτρέψουν. Σε πολλές περιπτώσεις μάλιστα, απαιτούν από τις επιχειρήσεις, οι δράσεις τους όχι απλώς να μην έχουν αρνητικό αντίκτυπο αλλά να έχουν θετικό. Αυτό το καθήκον των επιχειρήσεων εμπερικλείεται σε τρεις λέξεις: Εταιρική Κοινωνική Ευθύνη (ΕΚΕ).
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει καθορίσει την ΕΚΕ «ως την ευθύνη των επιχειρήσεων για τον αντίκτυπό τους στην κοινωνία και, ως εκ τούτου, θα πρέπει να καθοδηγείται από τις ίδιες τις εταιρείες. Οι εταιρείες μπορούν να γίνουν κοινωνικά υπεύθυνες με: (i) ενσωμάτωση κοινωνικών, περιβαλλοντικών, ηθικών, καταναλωτικών και παραγόντων στις επιχειρηματικές τους στρατηγικές και λειτουργίες και (ii) ακολουθώντας το νόμο». (2011). Αυτές οι δύο πτυχές μαζί με άλλες όπως «η δέσμη κριτηρίων Περιβάλλον, Κοινωνία, Διακυβέρνηση (Environment, Social, Governance – κριτήρια ESG)», «βιώσιμες επιχειρήσεις» και «δημιουργία κοινής αξίας» αλληλεπικαλύπτονται με πολλούς τρόπους. Ανάλογα με το επιχειρηματικό μοντέλο, μπορούν όλες να είναι χρήσιμες στην προσπάθεια για ενσωμάτωση σε τοπικό επίπεδο των 17 Στόχων Βιώσιμης Ανάπτυξης (Sustainable Development Goals - SDGs) των Ηνωμένων Εθνών.
Στο συγκεκριμένο άρθρο, θα επικεντρωθούμε σε ένα από τους εννέα ρυθμιστικούς πυλώνες των κριτηρίων ESG στην ΕΕ. Συγκεκριμένα, στην πρώτη νομοθεσία που θεσπίστηκε σχετικά με τα ESG και η οποία αφορά την Οδηγία για τις Μη Χρηματοοικονομικές Αναφορές (Non-Financial Reporting Directive (Directive 2014/95/EU – NFRD), η οποία τέθηκε σε ισχύ το 2017 και σε όλα τα κράτη μέλη έως το 2018. Ουσιαστικά είναι η νομοθεσία που υποστηρίζει τη δημιουργία στρατηγικών ΕΚΕ εντός ενός οργανισμού (χαρτογράφηση δράσεων). Η νομοθεσία απαιτεί, μεταξύ άλλων, από μεγάλες εταιρείες της ΕΕ (συμπεριλαμβανομένων των εταιρειών παροχής χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών) να αποκαλύπτουν δεδομένα σχετικά με τον αντίκτυπο της εταιρείας τους στους παράγοντες ESG και αντίστροφα. Στην Κύπρο, από το 2017 η συγκεκριμένη Οδηγία συμπεριλήφθηκε με τροποποίηση στον Περί Εταιρειών νόμο και αποτέλεσε ορόσημο για θέματα εταιρικής διακυβέρνησης.
Παρά τα πιο πάνω, στις 21 Απριλίου 2021, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρουσίασε την πρότασή της για την αντικατάσταση της NFRD με μια αναθεωρημένη, πιο ενήμερη Οδηγία για την Εταιρική Αναφορά Βιωσιμότητας (Corporate Sustainability Reporting Directive - CSRD), η οποία θα τροποποιήσει τις υπάρχουσες απαιτήσεις αναφοράς στην NFRD. Ειδικότερα, η νέα πρόταση, κυρίως, εισάγει πιο λεπτομερείς απαιτήσεις υποβολής αναφορών αλλά και απαίτηση δημοσιοποίησης στοιχείων, σύμφωνα με τα υποχρεωτικό Πρότυπο Αναφοράς Βιωσιμότητας της ΕΕ (EU Sustainability Reporting Standards).
Στην προσπάθεια των επιχειρήσεων να υλοποιήσουν ενέργειες κοινωνικής ευθύνης, όπως αναλύονται πιο πάνω, η ΕΕ και οι δημόσιες Αρχές φαίνεται να διαδραματίζουν υποστηρικτικό ρόλο μέσω ενός έξυπνου συνδυασμού εθελοντικών μέτρων πολιτικής και, όπου απαιτείται, συμπληρωματικών κανονισμών. Παρά τις συγκεκριμένες προσπάθειες, η καθοδήγηση ενός οργανισμού για στροφή προς ένα βιώσιμο μέλλον περνά μέσα από την κάμψη της αντίστασης σ’ αυτήν την αλλαγή και προϋποθέτει όπως βρεθούν οι κατάλληλοι εμπλεκόμενοι οι οποίοι θα συνεργαστούν και θα στηρίξουν τους επιχειρηματικούς ηγέτες σ’ αυτήν την προσπάθεια.
Ταυτόχρονα, οι ατομικές προσπάθειες του καθενός μας μπορούν να συμβάλουν σημαντικά στην προώθηση των στόχων της Βιώσιμης Ανάπτυξης (Sustainable Development). Αν και από μόνες τους μπορεί να φαίνονται ασήμαντες, οι ατομικές μας δράσεις μπορούν να συμβάλουν σημαντικά και θετικά για επίτευξη μακροχρόνιας βιωσιμότητας. Η δέσμευση και ευαισθητοποίησή όλων μας, είναι απαραίτητα συστατικά για την επίτευξη μιας πραγματικά αειφόρου ανάπτυξης.
Για να ξεκαθαρίσουμε τη διαφορά μεταξύ των πολλών όρων που έχουν δημιουργηθεί, ο όρος ΕΚΕ αφορά κυρίως μια έννοια διαχείρισης σύμφωνα με την οποία οι εταιρείες ενσωματώνουν τα κριτήρια ESG (κοινωνικές και περιβαλλοντικές ανησυχίες) στις επιχειρηματικές τους δραστηριότητες και στη βάση αυτών αλληλοεπιδρούν με τους επηρεαζόμενους φορείς. Ουσιαστικά η ΕΚΕ είναι ένα αυτορυθμιζόμενο επιχειρηματικό μοντέλο που βοηθά έναν οργανισμό να είναι κοινωνικά υπόλογος-στον εαυτό του, στους ενδιαφερόμενους φορείς και στο κοινό (δεν συνδέεται αποκλειστικά με τη φιλανθρωπία, αν και αν υπάρχει φιλανθρωπικό όφελος είναι ακόμα καλύτερα).
Βασικός κανόνας που πρέπει πάντα να έχετε υπόψη: Η ΕΚΕ αφορά την ύπαρξη λογοδοσίας για κοινωνικά θέματα εντός του οργανισμού σας, ενώ τα κριτήρια ESG στοχεύουν στη συλλογή και μέτρηση περιβαλλοντικών, κοινωνικών και σε θέματα διακυβέρνησης δεδομένων τα οποία σχετίζονται με τους επιχειρηματικούς στόχους της κάθε επιχείρησης. Τα θέματα ESG είναι σημαντικά για τις επιχειρήσεις που δίνουν προτεραιότητα στη Βιωσιμότητα και για τους επενδυτές που αναζητούν κοινωνικά υπεύθυνες επενδυτικές ευκαιρίες. Για να επιτύχουν το καθεστώς ESG, οι επιχειρήσεις πρέπει να σχεδιάσουν και να υλοποιήσουν ένα πρόγραμμα ESG, να δημιουργήσουν την ανάλογη αναγνωσιμότητα συμμετέχοντας σε προγράμματα αξιολόγησης ESG και να επιτύχουν μετρήσεις που έχουν σημασία για επενδυτές που αποφασίζουν με γνώμονα το μακροχρόνιο όφελος.
Μπορεί όλα τα πιο πάνω να ακούγονται ως ένα δύσκολο παζλ, ωστόσο, το 2021, αποτελεί σίγουρα την χρονιά κατά την οποία η μετάβαση σε ένα πιο Πράσινο και Βιώσιμο μοντέλο ανάπτυξης θα υλοποιηθεί στην πράξη. Ο κάθε άνθρωπος ξεχωριστά, οι επιχειρήσεις και η κοινωνία ως σύνολο, πρέπει να αρχίσουν να διαμορφώνουν το μέλλον τους και όχι απλώς να επιβιώνουν των υπαρχουσών συνθηκών.
Πηγή: inbusinessnews.reporter.com.cy
Της Νικόλ Κ. Φινοπούλου, Δικηγόρος, Μέλος Institute for Sustainability Leadership, University of Cambridge