Σε μια εποχή όπου η βιωσιμότητα και η εταιρική ευθύνη είναι υψίστης σημασίας, οι αναφορές Περιβαλλοντικής, Κοινωνικής και Διακυβέρνησης (ESG) έχουν αναδειχθεί ως κρίσιμο εργαλείο για τις επιχειρήσεις. Η αυξανόμενη προσοχή των επενδυτών, των καταναλωτών και των ρυθμιστικών αρχών προς τις πρακτικές ESG απαιτεί ολοκληρωμένη κατανόηση των σχετικών νομικών υποχρεώσεων και ευκαιριών.
Οι εκθέσεις είναι καθοριστικές για την ευθυγράμμιση των επιχειρηματικών πρακτικών με τους παγκόσμιους στόχους βιωσιμότητας και τις προσδοκίες των ενδιαφερομένων μερών. Οι αναφορές ESG διαμορφώνοται από διεθνείς και εθνικούς κανονισμούς. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η Οδηγία για την Έκθεση για την Εταιρική Αειφορία (CSRD), που εφαρμόστηκε το 2024, διευρύνει το εύρος και τις λεπτομέρειες των απαιτούμενων γνωστοποιήσεων, συμπεριλαμβανομένων περιεκτικών πληροφοριών για τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις, την κοινωνική ευθύνη και τις πρακτικές διακυβέρνησης.
Οι ελληνικές εταιρείες έχουν εντολή να συμμορφώνονται με αρκετούς βασικούς νόμους, συμπεριλαμβανομένου του Ελληνικού Περιβαλλοντικού Νόμου του 2022, του Κανονισμού για τη Βιώσιμη Δημοσιοποίηση Χρηματοοικονομικών, της Ταξινόμησης και προς τις πρωτοβουλίες του Χρηματιστηρίου Αθηνών. Το CSRD ισχύει για μεγάλες και εισηγμένες εταιρείες και περιλαμβάνει λεπτομερείς απαιτήσεις αναφοράς βιωσιμότητας σε θέματα όπως τα περιβαλλοντικά δικαιώματα, τα κοινωνικά δικαιώματα, τα ανθρώπινα δικαιώματα και παράγοντες διακυβέρνησης. Λειτουργεί με βάση την αρχή της διπλής ουσιαστικότητας, λαμβάνοντας υπόψη τις αρνητικές επιπτώσεις τόσο από και προς την επιχείρηση. Οι αναφορές στο πλαίσιο του CSRD πρέπει να είναι πιστοποιημένες για να διασφαλίζεται η συμμόρφωση με τα πρότυπα πιστοποίησης και η βελτιωμένη προσβασιμότητα δημοσιεύοντάς τις σε ειδική ενότητα των αναφορών διαχείρισης της εταιρείας. Οι αναφορές ESG γίνονται όλο και πιο σημαντικές για τους επενδυτικές και από τους θεσμικούς επενδυτές ωστόσο, οι θεσμικοί επενδυτές συχνά παραπονιούνται ότι η διαθεσιμότητα και η ποιότητα των γνωστοποιήσεων ESG σε επίπεδο εταιρείας δεν επαρκούν για τη λήψη τεκμηριωμένων επενδυτικών αποφάσεων.
Ως απάντηση στο χάσμα μεταξύ της ζήτησης πληροφοριών ESG από τους επενδυτές και της παροχής πληροφοριών από εταιρείες, αρκετές χώρες έχουν θεσπίσει υποχρεωτικούς κανονισμούς γνωστοποίησης ESG για να αναγκάσουν τις εταιρείες να αποκαλύπτουν σωστές πληροφορίες για θέματα ESG στις παραδοσιακές οικονομικές γνωστοποιήσεις ή σε εξειδικευμένες αυτόνομες αναφορές.
Ωστόσο, οι προβλέψεις των αναλυτών για τα κέρδη ανά μετοχή (Earnings Per ShareEPS) έχουν αποδειχθεί ότι αποτελούν μια πηγή δεδομένων που μας επιτρέπει να συλλάβουμε τέτοιες ενημερωτικές ESG επιδράσεις και η ακρίβεια των προβλέψεων EPS αυξάνεται σημαντικά, μετά την εισαγωγή της υποχρεωτικής γνωστοποίησης ESG.
Έρευνες δείχνουν ότι η απόδοση ESG έχει σημαντική & θετική επίδραση στα κέρδη ανά μετοχή, ανάλογα με την προδιαγραφή παλινδρόμησης στον δείκτη του Tobin’s Q, αλλά δεν υπάρχει σημαντική σχέση μεταξύ της απόδοσης ESG και της απόδοσης μετοχών. Ο λόγος q εισήχθη για πρώτη φορά το 1969 από τον James Tobin ως δείκτης πρόβλεψης των μελλοντικών επενδύσεων μιας επιχείρησης. Ο λόγος q έχει πολλές ελκυστικές ιδιότητες ως δείκτης της χρηματοοικονομικής αγοράς και βασίζεται στα ισχυρά εμπειρικά και θεωρητικά θεμέλια της υπόθεσης της αποτελεσματικής αγοράς καθώς και στην αντιμετώπιση των αναδυόμενων ανησυχιών σχετικά με τους περιορισμούς των λογιστικών μετρήσεων της απόδοσης.
Μελέτες από τον Albuquerque βρίσκουν ότι το CSR-Corporate Social Responsibility ή ΕΚΕ έχει θετική επίδραση στην απόδοση μιας επιχείρησης, όπως προκύπτει από το Tobin's Q και επιπλέον, οι Liang και Renneboog, βρίσκουν ότι οι δωρεές σε μετρητά και σε είδος έχουν σημαντική θετική επίδραση στην απόδοση της εταιρείας που μετράται ως Tobin's Q διότι, αποτελούν βασική μεταβλητή της εταιρικής φιλανθρωπίας, η οποία συνδέεται με τον κοινωνικό πυλώνα του ESG. Τα κέρδη ανά μετοχή (EPS) έχουν θεωρηθεί το βασικό μέτρο της αγοράς για την απόδοση της εταιρείας όμως, τόσο το Q του Tobin όσο και το EPS ξεπερνούν το σημαντικό μειονέκτημα των μετρήσεων της απόδοσης της χρηματοοικονομικής εταιρείας που βασίζονται σε λογιστική, καθώς αντικατοπτρίζουν την προηγούμενη απόδοση της εταιρείας και αποτυγχάνουν να δημιουργήσουν μια ένδειξη της μελλοντικής απόδοσης της εταιρείας.
• Ο Flammer το 2015 διαπιστώνει ότι οι προτάσεις ΕΚΕ οδηγούν σε μη φυσιολογικές αποδόσεις μετοχών
• Ο Dimson επίσης το 2015 διαπιστώνει ότι οι αλλαγές στην πολιτική ΕΚΕ μιας εταιρείας οδηγούν σε θετικές και μη φυσιολογικές αποδόσεις μετοχών
• Ο Lins το 2017 ερευνά την επίδραση του κοινωνικού κεφαλαίου στις αποδόσεις των μετοχών μη χρηματοπιστωτι κών επιχειρήσεων κατά τη διάρκεια της χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008 και διαπιστώνει ότι η εταιρεία με υψηλότερα επίπεδα κοινωνικού κεφαλαίου απολαμβάνει σημαντικά υψηλότερες αποδόσεις μετοχών κατά τη διάρκεια της κρίσης
• Οι Gompers, Ishii και Metrick το 2003 βρίσκουν ότι η εταιρική διακυβέρνηση έχει σημαντική επίδραση στις αποδόσεις των μετοχών
• Ο Core το 2006, συμπερασματικά είπε ότι, οι εταιρείες με ισχυρά δικαιώματα μετόχων απολαμβάνουν αποδόσεις μετοχών (προσαρμοσμένες στον κίνδυνο) να είναι κατά μέσο όρο 8,5% υψηλότερες από τις εταιρείες με αδύναμα δικαιώματα μετόχων
• Σύμφωνα με τους Eccles, Ioannou & Serafeim το 2014, οι επιχειρήσεις που πληρούν τις απαιτήσεις βιωσιμότητας έχουν ανώτερη απόδοση στην αγορά.
• Τέλος, ο Friede το 2015 διαπίστωσε ότι οι περισσότερες από τις μελέτες σχετικά με την επίδραση των μεταβλητών που σχετίζονται με την απόδοση ESG στις αποδόσεις του χρηματιστηρίου δείχνουν μια θετική σχέση μεταξύ της απόδοσης ESG και των αποδόσεων μετοχών.
Στην υπάρχουσα βιβλιογραφία υπάρχουν δύο κύριες θεωρίες σχετικά με την επίδραση της απόδοσης ESG στην απόδοση της χρηματοοικονομικής εταιρείας:
1. εντός της θεωρίας των μετόχων, τα προβλήματα αντιπροσωπείας παίζουν μεγάλο ρόλο
2. η ασυμμετρία πληροφοριών μεταξύ των διευθυντών (CEO, CFO, COO, CSO), και των μετόχων, αναγκάζει τους διευθυντές να λαμβάνουν αποφάσεις που οδηγούν σε αυτοβελτίωση
Oι περισσότερες από τις μελέτες σχετικά με την επίδραση των μεταβλητών που σχετίζονται με την απόδοση ESG στις αποδόσεις του χρηματιστηρίου δείχνουν μια θετική σχέση μεταξύ της απόδοσης ESG και των αποδόσεων μετοχών.
Συμπερασματικά, η ασυμμετρία μεταξύ διευθυντών και μετόχων αναγκάζει τους διευθυντές να λαμβάνουν αποφάσεις που οδηγούν σε αυτοβελτίωση, επειδή η επιδίωξη ουσιαστικής επικοινωνίας και στρατηγικής ESG είναι πάντα μια συνεχής διαδικασία αυτοβελτίωσης που βασίζεται στους στόχους και τα αποτελέσματα της εταιρείας και των κοινωνικών προσδοκιών.
Γιάννης Έξαρχος, Chief Strategy Officer (CSO), B.A Econ., MBA, JE Consulting Group - Sustainable Investments & ESG Management Services