Η κλιματική αλλαγή «εξουδετερώνει» τα σχέδια δράσης

Body

Τα πρωτοφανή καιρικά φαινόμενα των τελευταίων ετών δείχνουν σε πολλές περιπτώσεις να «εξουδετερώνουν» τις στρατηγικές διαχείρισης κινδύνων. Γι’ αυτό είναι κομβικής σημασίας να ενσωματώνεται η διάσταση της κλιματικής αλλαγής στον σχεδιασμό, τόσο των έργων όσο και των δράσεων πολιτικής προστασίας.

.

Στο συμπέρασμα αυτό καταλήγει διεθνής επιστημονική ομάδα στην οποία μετείχαν και Έλληνες, η οποία μελέτησε περιπτώσεις επαναλαμβανόμενων φυσικών καταστροφών στις ίδιες περιοχές και κατά πόσο αυτές έμαθαν, αφού έπαθαν.

Η έρευνα δημοσιεύθηκε στις αρχές Αυγούστου στο διεθνές επιστημονικό περιοδικό Nature.

«Είχε ως στόχο να βρεθούν και να μελετηθούν “ζευγάρια” ακραίων γεγονότων, δηλαδή φυσικών καταστροφών που επαναλήφθηκαν σε κάποια περιοχή», εξηγεί ο κ. Γιάννης Δαλιακόπουλος, επίκουρος καθηγητής στο τμήμα Γεωπονίας του Ελληνικού Μεσογειακού Πανεπιστημίου και μέλος της επιστημονικής ομάδας της μελέτης.

«Διερευνήσαμε κατά πόσο, στον χρόνο που μεσολάβησε, λ.χ. σε δύο πλημμύρες, οι Αρχές κατάφεραν να πάρουν μέτρα ώστε να μην έχουν το ίδιο σοβαρές επιπτώσεις», προσθέτει.

«Ενα βασικό ζήτημα που αναδεικνύεται αυτή την περίοδο είναι κατά πόσο λαμβάνουμε υπόψη στον σχεδιασμό στρατηγικά την κλιματική αλλαγή», σημειώνει ο κ. Αρης Κουτρούλης, αναπλ. καθηγητής στο Πολυτεχνείο Κρήτης.

«Μέχρι πρόσφατα, ο σχεδιασμός γινόταν με βάση την παρατήρηση – για παράδειγμα, στην περίπτωση ενός φράγματος, με τις κλιματικές συνθήκες έως σήμερα και τις ανάγκες άρδευσης του μέλλοντος. Δεν θα ληφθεί υπόψη το πόσο οι ανάγκες θα αυξηθούν λόγω αύξησης των περιόδων ξηρασίας ή της θερμοκρασίας. Έτσι, τελικά, μεγάλο μέρος των έργων αποτυγχάνει στην αντιμετώπιση μιας κρίσης»

Μελετώντας «ζεύγη» καταστροφών, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι σε πολλές περιπτώσεις η εφαρμογή στρατηγικών διαχείρισης κινδύνου μετά την πρώτη φυσική καταστροφή μετρίασε τις επιπτώσεις μιας αντίστοιχης δεύτερης.

«Για παράδειγμα, τη νύχτα της 13ης Ιανουαρίου 1994, μια ακραία βροχόπτωση οδήγησε στην υπερχείλιση του ποταμού Γιοφύρου, με αποτέλεσμα η πόλη του Ηρακλείου να βιώσει μια καταστροφική πλημμύρα. Επειτα από 21 χρόνια, το 2015, συμπτωματικά και πάλι στις 13 Ιανουαρίου, μια παρόμοιας έντασης καταιγίδα προκάλεσε ξανά υπερχείλιση της κοίτης του ποταμού», λέει ο κ. Δαλιακόπουλος. «Ομως, αυτή τη φορά οι επιπτώσεις που καταγράφηκαν ήταν μικρότερης έκτασης, καθώς στο μεσοδιάστημα έγιναν έργα αντιπλημμυρικής προστασίας».

Οι ερευνητές βρήκαν μόνο δύο παραδείγματα στα οποία οι στρατηγικές διαχείρισης κινδύνου μείωσαν τον αντίκτυπο μιας δεύτερης καταστροφής, η οποία ήταν πολύ πιο ακραία από την πρώτη. Πρόκειται για τις πλημμύρες στη Γερμανία και στην Αυστρία το 2013 και τις πλημμύρες στη Βαρκελώνη το 2018. Αυτά τα «success stories» ήταν αποτέλεσμα της βελτιωμένης διακυβέρνησης στη διαχείριση του κινδύνου και της υψηλής επένδυσης στην ολοκληρωμένη διαχείριση. Ο σχεδιασμός περιλάμβανε επενδύσεις σε υποδομές (νέα δίκτυα ομβρίων) άλλα και παρεμβάσεις όπως αυστηρότερους πολεοδομικούς κανονισμούς, σημαντικές βελτιώσεις σε συστήματα έγκαιρης προειδοποίησης και σχέδια αντιμετώπισης καταστάσεων εκτάκτου ανάγκης.

Πηγή: Καθημερινή

Αρθρογράφος
Κύριος χαρακτηρισμός περιεχομένου
Image
Επικεφαλίδα

Η έρευνα δημοσιεύθηκε στις αρχές Αυγούστου στο διεθνές επιστημονικό περιοδικό Nature.