Την ανάγκη για ουσιαστικές δεσμεύσεις από τη διεθνή κοινότητα υπογράμμισε η Αλεξάνδρα Σδούκου, Υφυπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας της Ελλάδας, εκφράζοντας με ειλικρίνεια την ανησυχία της για την πορεία της κλιματικής αλλαγής.
.
Στην ομιλία της, η κ. Σδούκου ανέδειξε τη θέση της Ελλάδας όχι μόνο ως χώρα που παρακολουθεί τις εξελίξεις, αλλά και ως ηγετική δύναμη, αποφασισμένη να συμβάλει ουσιαστικά και σταθερά στην πράσινη μετάβαση. «Η κλιματική αλλαγή είναι μια υπαρξιακή πρόκληση», τόνισε, επισημαίνοντας ότι η αντιμετώπισή της απαιτεί έναν συνδυασμό αποφασιστικότητας και συνεχούς δράσης.
Με εμφανή ικανοποίηση για την παρουσία της Ελλάδας για δεύτερη φορά με εθνικό περίπτερο στην COP29, η Σδούκου τόνισε τη σημασία της συνεργασίας της με τον Υφυπουργό Εξωτερικών Κωνσταντίνο Φραγκογιάννη και εξέφρασε τις προσδοκίες της για τη φετινή διάσκεψη. «Κάθε φορά που ερχόμαστε σε μία COP, ερχόμαστε με ελπίδα. Ελπίδα για πιο δυναμική δράση και ουσιαστική αντιμετώπιση του προβλήματος», ανέφερε. Το ζητούμενο, εξήγησε, δεν είναι μόνο οι δεσμεύσεις που θα ανακοινωθούν κατά τη διάρκεια της COP, αλλά και το πώς αυτές θα μετασχηματιστούν σε απτές πολιτικές και συγκεκριμένα έργα.
Η Ελλάδα, σημείωσε, έρχεται στην COP29 με μία πλούσια ατζέντα και έναν σαφή στόχο: να αναδείξει τις εξελίξεις που έχουν επιτευχθεί τα τελευταία χρόνια στον τομέα της πράσινης ενέργειας και της βιώσιμης ανάπτυξης. «Η χώρα μας μπορεί να δείξει τη σημαντική πρόοδο που έχουμε επιτύχει σε ένα απαιτητικό πεδίο, κάτι που απαιτεί ισχυρά θεσμικά πλαίσια, νομοθεσία και ένα σταθερό επενδυτικό περιβάλλον». Σε αυτό το σημείο, η Σδούκου τόνισε την ηγεσία του Έλληνα Πρωθυπουργού, ο οποίος από την πρώτη στιγμή της θητείας του το 2019 έθεσε την πράσινη ανάπτυξη ως προτεραιότητα, κάνοντας τη βιώσιμη ανάπτυξη αναπόσπαστο κομμάτι της εθνικής πολιτικής.
Σχετικά με τη στρατηγική θέση της Ελλάδας στην Ευρώπη, ανέφερε πως η χώρα επιδιώκει να εδραιωθεί ως ενεργειακός κόμβος που θα συνδέει τρεις ηπείρους. «Στρατηγικά τοποθετημένη στο σταυροδρόμι τριών ηπείρων, η Ελλάδα φιλοδοξεί να γίνει κόμβος που θα διευκολύνει τους ευρωπαϊκούς στόχους για ενεργειακή ανεξαρτησία και ασφάλεια, προωθώντας ταυτόχρονα διασυνδέσεις σε επίπεδο ηλεκτρισμού και ενεργειακής υποδομής».
Συνοψίζοντας, υπογράμμισε την αξία της διεθνούς συνεργασίας και των πολυεθνικών συνεργειών για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. «Μιλάμε για ένα παγκόσμιο ζήτημα, μία παγκόσμια πρόκληση. Αν δεν είμαστε όλοι μαζί σε αυτή την προσπάθεια, δεν θα τα καταφέρουμε». Έτσι, κλείνοντας την ομιλία της, κάλεσε σε διεθνή σύμπνοια και πρακτική δράση, επισημαίνοντας ότι η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής απαιτεί τη συμβολή κάθε χώρας με πνεύμα αλληλεγγύης και κοινό όραμα για έναν βιώσιμο πλανήτη.
Στη δεύτερη τοποθέτησή της, η Αλεξάνδρα Σδούκου ανέλυσε τη διαδικασία και τις προκλήσεις του Εθνικού Σχεδίου Ενέργειας και Κλίματος (ΕΣΕΚ) για το 2030, 2040 και 2050. Όπως εξήγησε, η ανάπτυξη ενός τέτοιου μακροπρόθεσμου σχεδίου απαιτεί ενδελεχή αξιολόγηση δεδομένων και προσεκτικό σχεδιασμό πολιτικών και μέτρων. «Πρέπει να είμαστε βέβαιοι ότι αυτή η στρατηγική, αυτός ο οδικός χάρτης, είναι φιλόδοξος αλλά και εφαρμόσιμος», τόνισε, καθώς, όπως εξήγησε, οι φιλόδοξοι στόχοι πρέπει να συνοδεύονται από πρακτική δυνατότητα υλοποίησης.
Η Σδούκου επεσήμανε τη σημασία της οικονομικής αποδοτικότητας και της ανάγκης για σημαντικές χρηματοδοτήσεις ώστε να επιτευχθούν οι στόχοι του ΕΣΕΚ, που χωρίζονται σε τρεις περιόδους. Η πρώτη περίοδος, από το 2025 έως το 2030, θα επικεντρωθεί στην περαιτέρω απανθρακοποίηση του τομέα ηλεκτρισμού, όπου η Ελλάδα έχει σημειώσει μεγάλη πρόοδο, κατακτώντας τη δεύτερη θέση παγκοσμίως στην παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από αιολική και ηλιακή ενέργεια, με πάνω από το 50% της ηλεκτρικής ενέργειας να προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές.
Σύμφωνα με την ίδια, αυτή η πρόοδος έχει συμβάλλει στη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά 46% σε σχέση με τα επίπεδα του 2005, ποσοστό που ενδεχομένως είναι το υψηλότερο στην ΕΕ. Αυτή η επιτυχία έδωσε την ευκαιρία στην Ελλάδα να αυξήσει περαιτέρω τις φιλοδοξίες της, με στόχο το 80% της ηλεκτρικής ενέργειας να προέρχεται από ανανεώσιμες πηγές έως το 2030.
Η Σδούκου αναφέρθηκε επίσης στην επιτάχυνση της ανάπτυξης υπεράκτιων αιολικών πάρκων, τονίζοντας το σημαντικό δυναμικό της χώρας στην αιολική ενέργεια, και ανέδειξε την επόμενη μεγάλη πρόκληση: την αποθήκευση ενέργειας. «Ακόμα και σήμερα παρατηρείται αύξηση στις τιμές χονδρικής ηλεκτρικής ενέργειας λόγω έλλειψης υποδομών αποθήκευσης, όταν οι καιρικές συνθήκες δεν επιτρέπουν την αξιοποίηση των ανανεώσιμων πηγών», εξήγησε. Γι’ αυτό, οι επενδύσεις στην αποθήκευση ενέργειας αποτελούν κορυφαία προτεραιότητα για το Υπουργείο, είτε πρόκειται για αντλησιοταμίευση είτε για μπαταρίες. «Επόμενο μεγάλο στοίχημα και κορυφαία προτεραιότητα αποτελεί η αποθήκευση ενέργειας», την οποία η Υφυπουργός χαρακτήρισε ως λύση για τη συγκράτηση της χονδρικής τιμής ηλεκτρισμού. Στην επόμενη διετία θα επιταχυνθούν οι σχετικές επενδύσεις» επισήμανε.
Το αναθεωρημένο ΕΣΕΚ επικεντρώνεται επίσης στις νέες τεχνολογίες, όπως το υδρογόνο και τα βιοκαύσιμα, που αναμένεται να διαδραματίσουν ρόλο από το 2030 και μετά. Η Σδούκου υπογράμμισε τη σημασία ενός σταθερού επενδυτικού περιβάλλοντος, με κίνητρα και διαφανείς διαδικασίες αδειοδότησης, για να μπορέσουν να προχωρήσουν οι απαιτούμενες επενδύσεις. Η αναθεώρηση του ΕΣΕΚ είναι φιλόδοξη, κατέληξε, αλλά πιστεύουμε ότι μπορεί να γίνει πραγματικότητα μέσω στοχευμένων έργων και στρατηγικών επενδύσεων.
Στην ομιλία της, η Σδούκου ανέδειξε τη θέση της Ελλάδας όχι μόνο ως χώρα που παρακολουθεί τις εξελίξεις, αλλά και ως ηγετική δύναμη, αποφασισμένη να συμβάλει ουσιαστικά και σταθερά στην πράσινη μετάβαση.