Η υπερβολική αστάθεια στις αγορές ενέργειας θα συνεχιστεί, εκτός εάν οι επενδύσεις σε καθαρή ενέργεια τριπλασιαστούν την επόμενη δεκαετία, προειδοποίησε ο επικεφαλής του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας (IEA), καθώς απηύθυνε έκκληση στους παγκόσμιους ηγέτες πριν από την επικείμενη σύνοδο κορυφής του ΟΗΕ για το κλίμα.
Ο IEA εκπέμπει «σήμα κινδύνου» προς τις κυβερνήσεις, υποστηρίζοντας ότι η πρόοδος για παραγωγή καθαρής ενέργειας παραμένει ιδιαιτέρως βραδεία μέχρι στιγμής. Συνεπώς, προειδοποιεί για το πότε θα μπορέσουμε να φτάσουμε στις μηδενικές εκπομπές άνθρακα, μετά από συνεχόμενες μειώσεις.
Ο οργανισμός που εδρεύει στο Παρίσι σε σημείωμα που συνοδεύει την κυκλοφορία του World Energy Outlook 2021 καταγράφονται την ώρα που ο πλανήτης προετοιμάζεται για τη σύνοδο κορυφής COP26 για την κλιματική αλλαγή στη Γλασκώβη της Σκωτίας, η οποία θα πραγματοποιηθεί μεταξύ Οκτωβρίου 31 και 12 Νοεμβρίου
Η έκθεση του IEA ανέφερε ότι ενώ οι πωλήσεις ηλεκτρικών οχημάτων πέτυχαν νέα ρεκόρ το 2020 και οι ανανεώσιμες πηγές όπως η αιολική και η ηλιακή, παραμένουν ακρκετές αντιστάσεις.
Χαρακτηριστικό του πόση δουλειά πρέπει να γίνει, είναι πως στην έκθεση περιγράφεται το πώς μια «ταχεία αλλά άνιση οικονομική ανάκαμψη από την περσινή ύφεση που προκλήθηκε από τον Covid» έχει προκαλέσει σημαντικές πιέσεις στο ενεργειακό σύστημα. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τις μεγάλες αυξήσεις των τιμών στις αγορές φυσικού αερίου, άνθρακα και ηλεκτρικής ενέργειας, σύμφωνα με το CNBC.
Αλλαγές
Ο Fatih Birol, εκτελεστικός διευθυντής του IEA, δήλωσε στους Financial Times ότι ενώ οι προβλεπόμενες επενδύσεις σε πετρέλαιο και φυσικό αέριο ήταν τώρα ευθυγραμμισμένες με τις αλλαγές που απαιτούνται για την επίτευξη μηδενικών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου έως το 2050, οι προγραμματισμένες δημόσιες δαπάνες για ανανεώσιμες πηγές ενέργειας ήταν μόνο στο ένα τρίτο των όσων απαιτούνται.
«Υπάρχει μια αναντιστοιχία που όσο περισσότερο παραμένει, τόσο μεγαλύτερος είναι ο κίνδυνος περαιτέρω απότομων μεταβολών των τιμών και αστάθειας στο μέλλον», δήλωσε ο Birol.
Οι ετήσιες επενδύσεις -σε παγκόσμιο επίπεδο- στον τομέα της ενέργειας αναμένεται να ανέλθουν σε 1,9 τρισεκατομμύρια δολάρια φέτος, σύμφωνα με τον IEA, συμπεριλαμβανομένων περίπου 370 δισ. δολαρίων για νέες ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Η προειδοποίηση ήρθε καθώς ο φορέας που εδρεύει στο Παρίσι είπε ότι ακόμη και αν οι σημερινές δεσμεύσεις όλων των κυβερνήσεων υλοποιηθούν πλήρως και εγκαίρως, ο κόσμος θα επιτύχει μόνο το 20 % των περικοπών των εκπομπών έως το 2030 που απαιτούνται για να διατηρηθεί ο στόχος του καθαρού μηδενός εκπομπές μέχρι το 2050 μια πιθανότητα.
Τα σενάρια για υπερθέρμανση του πλανήτη
Ως αποτέλεσμα, οι μέση θερμοκρασία σε παγκόσμιο επίπεδο εξακολουθεί να αυξάνεται και ενδέχεται να αγγίξει τους 2,6 ° C πάνω από τα προβιομηχανικά επίπεδα το 2100.
Ένα άλλο σενάριο εξετάζει τι θα συνέβαινε εάν οι δεσμεύσεις που είχαν αναλάβει μέχρι σήμερα οι κυβερνήσεις υλοποιούνταν πλήρως στην ώρα τους.
Σύμφωνα με αυτό το σενάριο, οι προκλήσεις παραμένουν, με την μέση θερμοκρασία σε παγκόσμιο επίπεδο να ανεβαίνει κατά 2,1 ° C.
Η σκιά της Συμφωνίας του Παρισιού, η οποία επιτεύχθηκε στη σύνοδο κορυφής COP21 τον Δεκέμβριο του 2015, διαφαίνεται τόσο από την έκθεση COP26 όσο και από την έκθεση του ΔΟΕ.
Χαρακτηρισμένη από τα Ηνωμένα Έθνη ως νομικά δεσμευτική διεθνής συνθήκη για την κλιματική αλλαγή, η συμφωνία στοχεύει να «περιορίσει την υπερθέρμανση του πλανήτη σε πολύ κάτω από 2° C, κατά προτίμηση σε 1,5 ° C βαθμούς Κελσίου, σε σύγκριση με τα προβιομηχανικά επίπεδα», συμφωνα με το CNBC.
Η πρόκληση είναι τεράστια και τα Ηνωμένα Έθνη έχουν επισημάνει ότι ο 1,5 ° C θεωρείται «το ανώτερο όριο», προκειμένου να αποφευχθούν οι χειρότερες συνέπειες από την κλιματική αλλαγή.
Αναφερόμενα στην τρέχουσα πορεία των εκπομπών CO2, τα Ηνωμένα Έθνη σημειώνουν ότι «η μέση θερμοκρασία θα μπορούσε να αυξηθεί έως και 4,4 ° C μέχρι το τέλος του αιώνα».
Αφού οι εκπομπές άνθρακα μειώθηκαν κατακόρυφα το 2020 εξαιτίας της πανδημίας του κορωνωϊού, η φετινή ισχυρή οικονομική ανάκαμψη σήμαινε ότι οι εκπομπές αερίων ενδέχεται να σημειώσουν τη δεύτερη μεγαλύτερη ετήσια αύξηση τους, εν μέρει και λόγω της αύξησης της κατανάλωσης άνθρακα, ανέφερε ο ΔΟΕ.