Πριν από μερικές ημέρες, οι Νew York Times δημοσίευσαν έκθεση στην οποία παρουσιάζεται λεπτομερώς το φαινόμενο της σταδιακής αποξήρανσης της αλμυρής λίμνης Σολτ Λέικ στη Γιούτα των ΗΠΑ. Ομολογώ ότι το θέμα μού είχε διαφύγει. Δεν μιλάμε για κάτι που θα συμβεί στο απώτατο μέλλον. Η λίμνη έχει ήδη χάσει τα δύο τρίτα της επιφάνειάς της, με την οικολογική καταστροφή να θεωρείται δεδομένη, όπως η εξαφάνιση των ειδών άγριας πανίδας και χλωρίδας, αλλά και ο σχηματισμός νεφών τοξικής σκόνης πάνω από μια οικιστική ζώνη όπου εγκαταβιούν 2,5 εκατομμύρια κάτοικοι.
Εντύπωση μου προκάλεσε το γεγονός ότι στην έκθεση αποφεύγεται να γίνει σύγκριση με τη λίμνη Αράλη, στην κεντρική Ασία. Η γιγάντια αλμυρή λίμνη μετατράπηκε κατά τη δεκαετία του 1970, επί Σοβιετικής Ενώσεως, σε τοξική έρημο.
Οι προοπτικές για τη λίμνη Σολτ Λέικ είναι τουλάχιστον ανησυχητικές. Αυτό που με τρόμαξε περισσότερο, διαβάζοντας την έκθεση, ήταν το τραγικό έλλειμμα συνετής διαχείρισης της κρίσης και ό,τι σημαίνει αυτό για την ικανότητά μας να αντιμετωπίσουμε κάτι τόσο σοβαρό — για την ακρίβεια, τόσο υπαρξιακό. Αν δεν έχετε τρομοκρατηθεί εξαιτίας της απειλής συσσώρευσης αερίων του θερμοκηπίου στην ατμόσφαιρα, δεν μπορείτε να συνειδητοποιήσετε τι ακριβώς συμβαίνει, όπως άλλωστε και πάρα πολλοί άλλοι σαν κι εσάς. Οσοι, πάλι, αντιλαμβάνεστε τι ακριβώς γίνεται, αλλά επιλέγετε την απραξία, με στόχο το κέρδος ή το πολιτικό όφελος, υποθηκεύετε το μέλλον της ανθρωπότητας.
Η ολιγωρία των χωρών του πλανήτη να αναλάβουν πρωτοβουλίες για το κλίμα, παρότι ασυγχώρητη, παραμένει εν μέρει κατανοητή. Οπως έχουν επισημάνει πολλοί σημαντικοί παρατηρητές, η υπερθέρμανση του πλανήτη είναι ένα πρόβλημα που φαίνεται να έχει σχεδιασθεί έτσι ώστε να δυσχεραίνει τις πρωτοβουλίες για την επίλυσή του.
Η πολιτική διαχείριση της κλιματικής αλλαγής είναι δύσκολη υπόθεση για πολλούς λόγους. Ενας από αυτούς αφορά την αρχική εκτίμηση των επιστημόνων, κατά τη δεκαετία του 1980, ότι το φαινόμενο θα εξελισσόταν πολύ αργά και ότι τη λύση θα πρέπει να τη δώσουν οι μελλοντικές γενιές. Κάποιοι εξακολουθούν να σκέφτονται έτσι. Τον περασμένο μήνα, στέλεχος της τράπεζας HSBC είπε σε δημόσια ομιλία του: «Τι μας νοιάζει αν το Μαϊάμι είναι δύο μέτρα κάτω από το νερό σε 100 χρόνια;».
Η θεώρηση αυτή είναι εσφαλμένη. Διαπιστώνουμε ήδη τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής εξαιτίας της αυξημένης έντασης των καιρικών φαινομένων, όπως η χρόνια ξηρασία στις Ηνωμένες Πολιτείες, η οποία έχει συμβάλει στην καταστροφή της λίμνης Σολτ Λέικ.
Ορισμένοι επικαλούνται τη στατιστική επιστήμη, καθώς το φαινόμενο της κλιματικής αλλαγής δεν είναι τάχα ακόμη ορατό «διά γυμνού οφθαλμού». Η απάντηση σε όλους αυτούς είναι οι καθημερινά σοβούσες καταστροφές σε όλο τον πλανήτη. Ο καιρός αλλάζει ραγδαία. Λένε ότι καύσωνες και ανομβρία είχαν καταγραφεί στη Γη και πριν από την κλιματική αλλαγή. Οι παγετοί δεν έπαψαν να υφίστανται, παρότι η μέση θερμοκρασία του πλανήτη αυξήθηκε τα τελευταία χρόνια. Αν και δεν απαιτείται η συνδρομή των μαθηματικών για να αντιληφθούμε ότι η υπερθέρμανση είναι υπαρκτή, πολλοί είναι αυτοί που παραμένουν καχύποπτοι, επιμένοντας να βασίζουν τα συμπεράσματά τους στα προσωπικά τους βιώματα.
Μέχρι πρότινος, όλα έδειχναν ότι κάθε προσπάθεια περιορισμού των αερίων του θερμοκηπίου θα ήταν ιδιαίτερα κοστοβόρα. Ομως, η τεχνολογική πρόοδος όσον αφορά τα συστήματα παραγωγής ενέργειας από εναλλακτικές πηγές μείωσε δραστικά αυτό το κόστος. Οι φόβοι για ενδεχόμενες οικονομικές απώλειες εξακολουθούν, ωστόσο, να εμποδίζουν την ανάληψη κάθε ουσιαστικής πρωτοβουλίας.
Η κλιματική αλλαγή είναι παγκόσμιο πρόβλημα που απαιτεί συλλογική δράση για την επίλυσή του και για τον λόγο αυτό, δυστυχώς, εξελίσσεται σε πεδίο όπου«ανθούν» μακρόχρονες καθυστερήσεις. Κάθε φορά που οι ΗΠΑ καλούνται να αναλάβουν δράση, οι Αμερικανοί «κλιματοσκεπτικιστές» επισημαίνουν: «Δεν έχει σημασία τι κάνουμε εμείς, αφού η Κίνα εξακολουθεί να ρυπαίνει».
Θυσίες
Οι Αρχές της Γιούτα εξακολουθούν να ολιγωρούν, παρότι η λίμνη αργοπεθαίνει μπροστά στα μάτια τους. Η εξαφάνιση της άγριας πανίδας αναμένεται να ενταθεί αυτό το καλοκαίρι. Σε ό,τι αφορά τα τουριστικά έσοδα, ο θάνατος της λίμνης θα πλήξει σοβαρά την οικονομία της πολιτείας, η οποία εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τον τουρισμό. Πώς είναι δυνατόν μια πολιτεία στο όριο της οικολογικής κρίσης να συνεχίζει να αντλεί νερό για την άρδευση του γκαζόν των ιδιωτικών κατοικιών;
Δεν μιλάμε για παγκόσμιο πρόβλημα. Είναι αλήθεια ότι η κλιματική αλλαγή έχει επιταχύνει την τήξη των πάγων στα Βραχώδη Ορη – έναν από τους λόγους υποχώρησης της στάθμης της Σολτ Λέικ. Το μεγαλύτερο πρόβλημα, όμως, είναι η τοπική κατανάλωση νερού. Αν η κατανάλωση αυτή μειωνόταν, η Γιούτα δεν θα χρειαζόταν να ανησυχεί για την άμεση επιβίωση της λίμνης της. Μια απειλούμενη περιοχή θα πρέπει κανονικά να προχωρήσει σε θυσίες για να προλάβει την πραγματική καταστροφή. Η προοπτική αυτή φαίνεται, δυστυχώς, μακρινή τόσο για τη Γιούτα όσο και για όλο τον πλανήτη.
Πηγή: Καθημερινή, NYT
Thomas Friedman, αρθρογράφος των New York Times.