Οι κυβερνήσεις ανά τον κόσμο αξιοποιούν τις επιδοτήσεις προκειμένου να στηρίξουν την πράσινη μετάβαση. Οι λεγόμενες πράσινες επιχορηγήσεις μπορεί να αποδειχθούν χρήσιμες εκεί που παρατηρούνται ανεπάρκειες στην αγορά. Οταν οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα υποτιμώνται σε σύγκριση με το πραγματικό τους αποτύπωμα στην κοινωνία, ή όταν προτεινόμενες λύσεις (όπως η τιμολόγηση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα) δεν βρίσκονται πάνω στο τραπέζι, τότε οι επιχορηγήσεις μπορούν να στρέψουν επιχειρήσεις αλλά και καταναλωτές προς τις καθαρές τεχνολογίες. Αυτές με τη σειρά τους μολύνουν σε μικρότερο βαθμό το περιβάλλον ενώ, την ίδια στιγμή, περιορίζουν τα κόστη.
.
Ωστόσο οι επιχορηγήσεις πρέπει να είναι προσεκτικά στοχευμένες προκειμένου να διορθώνουν αποτυχίες της αγοράς και να μην κάνουν διακρίσεις μεταξύ των επιχειρήσεων. Πρέπει επίσης να είναι συμβατές με τους κανονισμούς του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου.
Τα πλουσιότερα κράτη που έχουν μεγαλύτερη δημοσιονομική δύναμη μπορεί να αναδειχθούν νικητές στον αγώνα για τη χορήγηση επιδοτήσεων ακόμη και εάν η παγκόσμια οικονομία είναι σε χειρότερη μοίρα. Οι αναδυόμενες και αναπτυσσόμενες οικονομίες με λιγότερους πόρους θα δυσκολευτούν να ανταγωνιστούν σε επενδύσεις τις προηγμένες οικονομίες, σε έναν κόσμο που κυριαρχεί ο προστατευτισμός. Αυτό θα μπορούσε να εμποδίσει τη μεταφορά τεχνολογίας σε αυτά τα κράτη. Με λίγα λόγια, το κόστος της πράσινης μετάβασης μπορεί να αυξηθεί.
Η Ε.Ε. έχει βάλει στο τραπέζι των συζητήσεων την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία, την οποία πρότεινε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή τον Ιανουάριο, και κάποια στοιχεία της έχουν ήδη υιοθετηθεί. Οσοι χαράσσουν την πολιτική της πράσινης συμφωνίας μπορούν να λάβουν κάποια μέτρα προκειμένου να αυξήσουν τα οφέλη της και να αποφύγουν τις παγίδες. Αρχικά, η Ε.Ε. θα πρέπει να συνεχίσει να συνεργάζεται με τις υπόλοιπες χώρες για να αναπτύξει μια κοινή και πολυμερή προσέγγιση και να μπει φρένο στην κλιματική αλλαγή. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να πάρει τη μορφή συμφωνίας πάνω στη σωστή χρήση και στον σχεδιασμό των επιδοτήσεων, υποστηριζόμενη από ενδελεχή ανάλυση για τις επιπτώσεις που έχουν οι διάφορες μορφές επιδοτήσεων στο κλίμα αλλά και στην οικονομία.
Σε αυτό περιλαμβάνονται η ανταγωνιστικότητα, η διαθεσιμότητα των πόρων αλλά και το διασυνοριακό εμπόριο. Στο μεταξύ, οι πράσινες επιχορηγήσεις μπορούν να χρησιμοποιηθούν υπό ένα πνεύμα συνεργασίας μέσα από ανοιχτές και χωρίς διάκριση πρωτοβουλίες.
Δεύτερον, η διατήρηση της ακεραιότητας της ενιαίας ευρωπαϊκής αγοράς. Οι κανονισμοί της Ε.Ε. για τις κρατικές ενισχύσεις βάζουν όρια στη στήριξη που μπορούν οι επιχειρήσεις να παρέχουν στις εταιρείες για να διασφαλίσουν τον δίκαιο ανταγωνισμό. Αυτό εμποδίζει μεγαλύτερες χώρες της Ε.Ε., ή αυτές που είναι οικονομικά πιο εύρωστες, να δώσουν πιο γενναιόδωρη στήριξη στις επιχειρήσεις τους, εις βάρος όμως ανταγωνιστών σε άλλες χώρες του ευρωπαϊκού μπλοκ. Ωστόσο η χαλάρωση των κανονισμών που διέπουν τις κρατικές ενισχύσεις θα πρέπει να είναι περιορισμένη σε μέγεθος και διάρκεια.
Θα πρέπει ενδεχομένως να συνοδεύεται από ευρωπαϊκή χρηματοδότηση που θα βοηθήσει τη διαφορετική δυνατότητα των κρατών-μελών να χορηγήσουν τις επιδοτήσεις. Τρίτον, η Ε.Ε. θα πρέπει να επικεντρωθεί σε επιχορηγήσεις σε δραστηριότητες όπου οι παρεμβάσεις μπορεί να επιφέρουν τα μεγαλύτερα οφέλη στο κλίμα. Αυτό αφορά και τη στήριξη της ανάπτυξης νέων «καθαρών» τεχνολογιών αλλά και την περαιτέρω ανάπτυξη υφιστάμενων που ακόμη βρίσκονται σε πρώιμα στάδια
Άλφρεντ Κάμερ,Διευθυντής του τμήματος για την Ευρώπη στο ΔΝΤ. Το άρθρο δημοσιεύεται στο ιστολόγιο του Ταμείου.