Ένα αυξανόμενο κύμα πίεσης από θεσμικούς επενδυτές στο Ηνωμένο Βασίλειο καλεί τις μεγαλύτερες εισηγμένες εταιρείες του δείκτη FTSE 100 να επιτρέψουν στους μετόχους να έχουν επίσημο λόγο στη στρατηγική τους για την κλιματική μετάβαση, μέσω τακτικών ψηφοφοριών τύπου Say on Climate. Πρόκειται για πρωτοβουλία που επιδιώκει να ενισχύσει τη διαφάνεια και τη λογοδοσία των διοικήσεων σε ένα από τα πιο κρίσιμα ζητήματα της εποχής: την εταιρική συμβολή στην αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης.
.
Της προσπάθεια ςηγούνται το Local Authority Pension Fund Forum (LAPFF) και η CCLA Investment Management, δύο από τους σημαντικότερους φορείς διαχείρισης θεσμικών κεφαλαίων στο Ηνωμένο Βασίλειο, που αντιπροσωπεύουν συνολικά πάνω από 3 τρισ. στερλίνες σε επενδυτικά περιουσιακά στοιχεία. Οι οργανισμοί απέστειλαν ανοικτή επιστολή προς όλες τις εταιρείες του FTSE 100, ζητώντας να καθιερωθεί ένας τριετής κύκλος αναθεώρησης και ψηφοφορίας για τα σχέδια κλιματικής μετάβασης, με στόχο τη διαρκή αξιολόγηση της προόδου και της αξιοπιστίας των δεσμεύσεων που αναλαμβάνουν οι εταιρείες.
Τα στοιχεία που παρουσίασε η CCLA δείχνουν πως, τα τελευταία τρία χρόνια, μόνο 17 εταιρείες του δείκτη έχουν πραγματοποιήσει κάποιας μορφής ψηφοφορία για το κλίμα, ενώ μόλις πέντε το έχουν επαναλάβει σε περισσότερες από μία χρήσεις. Η στασιμότητα αυτή έρχεται σε αντίθεση με την αυξανόμενη πίεση των επενδυτών για καλύτερη πληροφόρηση και λογοδοσία σε θέματα ESG. Η πρωτοβουλία «Say on Climate», που ξεκίνησε από μεγάλες διεθνείς εταιρείες το 2021, φαίνεται να έχει χάσει τη δυναμική της, γεγονός που προκαλεί ανησυχία στα θεσμικά κεφάλαια.
Στην επιστολή τους, οι επενδυτές επισημαίνουν ότι η ψήφος επί των σχεδίων μετάβασης δεν είναι απλώς ένα συμβολικό μέτρο, αλλά «ένα εργαλείο που επιτρέπει στους μετόχους να επιβεβαιώσουν ή να αμφισβητήσουν τη στρατηγική της διοίκησης». Όπως σημειώνει η CCLA, η καθιέρωση τακτικών ψηφοφοριών θα ενισχύσει την εμπιστοσύνη των επενδυτών και θα επιτρέψει στις εταιρείες να αποδεικνύουν έμπρακτα τη δέσμευσή τους προς μια οικονομία χαμηλών εκπομπών άνθρακα.
Παράλληλα, οι επενδυτές τονίζουν ότι οι κλιματικοί κίνδυνοι αποτελούν πλέον οικονομικά υλικό ζήτημα — δηλαδή παράγοντα που επηρεάζει άμεσα την αποτίμηση, τη φερεγγυότητα και το κόστος κεφαλαίου μιας επιχείρησης. Η ενσωμάτωση των σχεδίων μετάβασης στην εταιρική διακυβέρνηση, με εποπτεία από τους μετόχους, θεωρείται απαραίτητη προϋπόθεση για την προστασία της μακροπρόθεσμης αξίας των επενδύσεων.
Ωστόσο, αρκετές εταιρείες του FTSE 100 παραμένουν επιφυλακτικές. Ορισμένες δηλώνουν ότι θα «εξετάσουν» το ενδεχόμενο να υιοθετήσουν ψηφοφορία Say on Climate χωρίς να δεσμεύονται χρονικά, ενώ άλλες απορρίπτουν την ιδέα ως περιττή. Οι υποστηρικτές της πρωτοβουλίας, από την άλλη, επισημαίνουν ότι η απουσία συστηματικής λογοδοσίας αυξάνει τον κίνδυνο greenwashing και υπονομεύει την αξιοπιστία των δημοσιευμένων στόχων για το 2030 και το 2050.
Σύμφωνα με το LAPFF, η πρόταση δεν αφορά μόνο την περιβαλλοντική ευθύνη, αλλά και τη δημοκρατία στις αγορές κεφαλαίου: «Αν οι μέτοχοι δεν έχουν φωνή στα θέματα του κλίματος, τότε ποιος έχει;».
Για την ελληνική επενδυτική κοινότητα, η εξέλιξη αυτή έχει ξεχωριστό ενδιαφέρον. Καθώς αρκετά ελληνικά funds συμμετέχουν σε διεθνείς επενδύσεις ή κατέχουν μετοχές εταιρειών του FTSE 100, η θεσμοθέτηση τέτοιων διαδικασιών θα μπορούσε να αποτελέσει πρότυπο λογοδοσίας και για τις ελληνικές εισηγμένες. Αν το Λονδίνο προχωρήσει σε θεσμικό επίπεδο, είναι πιθανό η πρακτική του Say on Climate να επεκταθεί και σε άλλες ευρωπαϊκές αγορές.
Σε κάθε περίπτωση, η πίεση των επενδυτών καταδεικνύει μια ευρύτερη μετατόπιση: το ESG παύει να είναι θέμα επικοινωνίας και καθίσταται ουσιώδες στοιχείο εταιρικής στρατηγικής και χρηματοοικονομικής σταθερότητας. Αν αυτή η πρωτοβουλία πετύχει, θα σημάνει την αρχή μιας νέας εποχής στην εταιρική διακυβέρνηση — όπου η ευθύνη απέναντι στο κλίμα δεν θα είναι απλώς υπόσχεση, αλλά μετρήσιμη πράξη.
Πηγή: Responsible Investor
Της προσπάθεια ςηγούνται το Local Authority Pension Fund Forum (LAPFF) και η CCLA Investment Management, δύο από τους σημαντικότερους φορείς διαχείρισης θεσμικών κεφαλαίων στο Ηνωμένο Βασίλειο.