ΕΕΣ: Ασαφής η συμβολή του Μηχανισμού Ανάκαμψης στην κλιματική δράση και την πράσινη μετάβαση

Body

Νέα έκθεση του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου (ΕΕΣ) καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η συμβολή του μηχανισμού ανάκαμψης και ανθεκτικότητας (ΜΑΑ) στην κλιματική δράση και την πράσινη μετάβαση είναι ασαφής. Ο μηχανισμός αυτός αποτελεί τον κεντρικό πυλώνα του ταμείου της ΕΕ για την ανάκαμψη από την πανδημία. Τουλάχιστον το 37% των κονδυλίων του ΜΑΑ πρέπει να διατεθεί σε δράσεις που συμβάλλουν στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής.

.

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, μέχρι τον Φεβρουάριο του 2024, ποσοστό 42,5% των κονδυλίων του ΜΑΑ (που αντιστοιχεί σε 275 δισεκατομμύρια ευρώ) είχε διατεθεί σε μέτρα για τη στήριξη των κλιματικών στόχων της ΕΕ. Ωστόσο, το ΕΕΣ προειδοποιεί ότι οι συνεισφορές αυτές ενδέχεται να έχουν υπερεκτιμηθεί κατά τουλάχιστον 34,5 δισεκατομμύρια ευρώ. Και τα προβλήματα δεν σταματούν εδώ. Το κλιμάκιο ελέγχου του ΕΕΣ εντόπισε επίσης αδυναμίες στα ορόσημα και τις τιμές-στόχο που έχουν οριστεί για δράσεις σχετικές με το κλίμα και στην αναφορά στοιχείων σχετικά με τις πραγματικές δαπάνες, και διατύπωσε αμφιβολίες για τη φιλικότητα προς το περιβάλλον ορισμένων έργων που έχουν χαρακτηριστεί ως «πράσινα».

Ένας από τους κύριους στόχους του ΜΑΑ είναι να συμβάλει στην επίτευξη των κλιματικών στόχων της Ευρώπης και στην πράσινη μετάβαση στα κράτη μέλη της EΕ. Σε αντίθεση με ό,τι ίσχυε στην περίπτωση άλλων, παλαιότερων χρηματοδοτικών μέσων της ΕΕ, τα κονδύλια του MAA εκταμιεύονται βάσει των ορόσημων και των τιμών-στόχου που επιτυγχάνονται και όχι βάσει των δαπανών που πραγματοποιούνται. Επιπλέον των άλλων αδυναμιών, το κλιμάκιο ελέγχου διαπίστωσε ότι αυτό το μοντέλο χρηματοδότησης, σε συνδυασμό με το σχετικά σύντομο χρονοδιάγραμμα που προβλέπεται για την εφαρμογή του μηχανισμού, θέτει υπό αμφισβήτηση την πραγματική συμβολή του συνόλου της χρηματοδότησης που προορίζεται για τον σκοπό αυτό στη δράση για το κλίμα.

«Ο ΜΑΑ αποτελεί μια πολύ σημαντική επένδυση σε επίπεδο ΕΕ και, εφόσον εφαρμοστεί ορθά, αναμένεται να επιταχύνει την εκπλήρωση των φιλόδοξων στόχων της για το κλίμα», δήλωσε η Joëlle Elvinger, Μέλος του ΕΕΣ και αρμόδια για την έκθεση. «Ωστόσο, προς το παρόν προσκρούει στους σκοπέλους των κατά προσέγγιση σε μεγάλο βαθμό υπολογισμών στα σχετικά σχέδια, καθώς και των αποκλίσεων μεταξύ προβλέψεων και πραγματικότητας, με αποτέλεσμα μεγάλη ασάφεια όσον αφορά το ύψος του ποσού που διατίθεται άμεσα για την πράσινη μετάβαση.»

Το ΕΕΣ επισημαίνει ότι, στην πράξη, η συμβολή των μέτρων του ΜΑΑ στη δράση για το κλίμα δεν είναι πάντοτε δυνατόν να προσδιοριστεί με ακρίβεια. Για τον υπολογισμό του μεριδίου της χρηματοδότησης που προορίζεται για τη δράση για το κλίμα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή χρησιμοποιεί έναν μαθηματικό τύπο που βασίζεται σε «κλιματικούς συντελεστές». Στις δράσεις που εκτιμάται ότι συμβάλλουν σημαντικά στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής αποδίδεται συντελεστής 100%, στις δράσεις με μη οριακή, θετική συνεισφορά συντελεστής 40% και σε εκείνες με ουδέτερη ή ασήμαντη συνεισφορά συντελεστής 0%. Ωστόσο, πολλά από τα μέτρα δεν ήταν εύκολο να ταξινομηθούν σε μία από τις κατηγορίες αυτές και το κλιμάκιο ελέγχου διαπίστωσε ότι σε ορισμένες περιπτώσεις η συμβολή τους στους στόχους για το κλίμα είχε υπερεκτιμηθεί. Επιπλέον, κατόπιν προσεκτικότερης εξέτασης, διαπιστώθηκε ότι ορισμένα έργα που είχαν χαρακτηριστεί ως «πράσινα» δεν συνδέονταν άμεσα με την πράσινη μετάβαση. Για παράδειγμα, σε ένα μέτρο σχετικά με τη βελτίωση της διαχείρισης υδάτων είχε αποδοθεί κλιματικός συντελεστής 40%. Στην πράξη, όμως, τα κονδύλια δαπανήθηκαν για λύσεις τεχνολογίας πληροφοριών για την ψηφιοποίηση του συστήματος ύδρευσης, οπότε ο αρμόζων συντελεστής θα ήταν 0%. Προκειμένου να αποφευχθεί η επανάληψη τέτοιων καταστάσεων στο μέλλον, το ΕΕΣ συνιστά τα έργα που σχετίζονται με το κλίμα να υποβάλλονται σε ενδελεχέστερη και διεξοδικότερη αξιολόγηση.

Το κλιμάκιο ελέγχου διαπίστωσε επίσης ότι ορισμένα μέτρα δεν ήταν τόσο φιλικά προς το περιβάλλον όσο παρουσιάζονταν. Ένα τέτοιο έργο αφορούσε έναν υδροηλεκτρικό σταθμό αντλησιοταμίευσης, οι σημαντικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις του οποίου δεν είχαν εκτιμηθεί πριν από τη χρηματοδότησή του. Για την επίτευξη των στόχων όσον αφορά τις δαπάνες για το κλίμα, οι χώρες παρέχουν στα σχέδιά τους εκτιμήσεις κόστους που ελέγχονται πριν, όχι όμως και μετά, την υλοποίηση των μέτρων. Το πραγματικό κόστος των μέτρων που χρηματοδοτούνται από τον ΜΑΑ μπορεί να διαφέρει σημαντικά από τις εκτιμήσεις. Αυτό σημαίνει ότι δεν υπάρχει πλήρης εικόνα των πόρων που πράγματι δαπανώνται για τη δράση για το κλίμα. Για την αντιμετώπιση του προβλήματος αυτού, το ΕΕΣ συνιστά να ενισχυθούν οι δεσμοί μεταξύ των μελλοντικών χρηματοδοτικών μέσων και των κλιματικών στόχων και να συγκεντρώνονται και να δημοσιεύονται αναλυτικά στοιχεία σχετικά με το σύνολο των δαπανών.

O μηχανισμός ανάκαμψης και ανθεκτικότητας (ΜΑΑ) είναι η ειδική δέσμη χρηματοδότησης ύψους 700 δισεκατομμυρίων ευρώ που διατέθηκε από την ΕΕ μετά την πανδημία. Αποτελείται από έναν συνδυασμό δανείων και επιχορηγήσεων. Τα κράτη μέλη που επωφελούνται από τα κονδύλια αυτά προσδιορίζουν, στα σχέδια ανάκαμψης και ανθεκτικότητας που υποβάλλουν, τα ορόσημα που πρέπει να επιτευχθούν και το εκτιμώμενο κόστος των μέτρων. Κατά το στάδιο του προγραμματισμού, τουλάχιστον το 37% της χρηματοδότησης πρέπει να διατεθεί για δράσεις σχετικές με το κλίμα, συμβάλλοντας στον στόχο της ΕΕ για μηδενικές καθαρές εκπομπές αερίων θερμοκηπίου έως το 2050.

Για τον υπολογισμό της συνεισφοράς του 37% στη δράση για το κλίμα αναπτύχθηκε μεθοδολογία παρακολούθησης του κλίματος. Στο πλαίσιο του ΜΑΑ προβλέπεται επίσης μεθοδολογία για την παρακολούθηση της προόδου προς την επίτευξη των περιβαλλοντικών στόχων, που όμως δεν χρησιμοποιήθηκε.

Η ειδική έκθεση 14/2024, με τίτλο «Πράσινη μετάβαση – Ασαφής η συμβολή του μηχανισμού ανάκαμψης και ανθεκτικότητας», είναι διαθέσιμη στον ιστότοπο του ΕΕΣ.

Αρθρογράφος
Κύριος χαρακτηρισμός περιεχομένου
Image
Επικεφαλίδα

Το κλιμάκιο ελέγχου του ΕΕΣ εντόπισε επίσης αδυναμίες στα ορόσημα και τις τιμές-στόχο που έχουν οριστεί για δράσεις σχετικές με το κλίμα και στην αναφορά στοιχείων σχετικά με τις πραγματικές δαπάνες.