Το Ινστιτούτο Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων δημοσίευσε την έρευνα βιωσιμότητας για τα ελληνικά ξενοδοχεία που παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, καθώς χαρτογραφεί τις κινήσεις του κλάδου στην μετάβαση προς μια πράσινη εποχή. Στην έρευνα έλαβαν μέρος 896 επιχειρήσεις, όλων των κατατάξεων. Αξίζει, εδώ, να σημειώσουμε ένα από τα πρώτα ευρήματα ότι τα ξενοδοχεία 1 και 2** αποτελούν πάνω από 43% του συνολικού αριθμού μονάδων, διαθέτοντας όμως μόλις 23,7% των δωματίων, ενώ τα ξενοδοχεία 4 και 5** αντιπροσωπεύουν το 27% των μονάδων, αλλά συγκεντρώνουν το 54% των δωματίων.
.
Απ΄όσο φαίνεται η βιωσιμότητα, το «πρασίνισμα» των υποδομών, αλλά και η αλλαγή κουλτούρας αποτελούν βασικό στόχο πλέον στους επαγγελματίες του τουρισμού. Μέσα στο 2024 ο τουριστικός κλάδος προέβη σε συνολικές επενδύσεις της τάξης του 1δις.ευρώ, εκ των οποίων τα 200 εκατ. ευρώ κατευθύνθηκαν σε δράσεις ενεργειακής αναβάθμισης και μείωσης του περιβαλλοντικού αποτυπώματος. Η ανάπτυξη ωστόσο, είναι εστιασμένη περισσότερο στα ξενοδοχεία 5 και 4 αστέρων, τα οποία διαθέτοντας μεγαλύτερα κεφάλαια επενδύουν και περισσότερο στην μετάβαση. Ωστόσο, όπως μαρτυρούν οι δηλώσεις όλων υπευθύνων του τουρισμού υπάρχει σαφής επιθυμία εισαγωγής στο παιχνίδι και μικρότερων παικτών.
Στην έρευνα του ΙΤΕΠ, μάλιστα, γίνεται μια κατηγοριοποίηση των ξενοδοχείων σε 4 ομάδες ενεργειακής διαχείρισης:
- Energy Profs (8%) Χρησιμοποιούν εξειδικευμένα εργαλεία και μεθόδους ενεργειακής διαχείρισης. Κυρίως ξενοδοχεία 4ης και 5ης κατηγορίας.
- Αδιάφοροι/Εποχικοί (37%) Η πλειοψηφία των ξενοδοχείων, με 90% μικρά/οικογενειακά ξενοδοχεία 1ης & 2ης κατηγορίας. Χρησιμοποιούν μόνο ηλιακό θερμοσίφωνα.
- Πολυσχιδείς (32%) Έμφαση στην ηλιακή ενέργεια και συστήματα ελέγχου (κάρτες ενεργοποίησης, παγίδες παραθύρων για AC). Κυρίως 3ης και 4ης κατηγορίας.
- Μικρο-Επενδυτές (23%) Βασίζονται σε παραδοσιακά καύσιμα (Diesel, Βενζίνη, Τζάκι) με κάποιες αναβαθμίσεις. Βρίσκονται συχνότερα σε μεγαλύτερα υψόμετρα.
Σε γενικές γραμμές πάντως οι περισσότεροι ξενοδόχοι δείχνουν θετική στάση και προθυμία να υιοθετήσουν πρακτικές εξοικονόμησης ενέργειας, νερού και διαχείρισης αποβλήτων. Η πλειονότητα των ξενοδοχείων χρησιμοποιεί λαμπτήρες LED (95,8%) και ενεργειακές συσκευές υψηλής απόδοσης στα δωμάτια (75,9%), ενώ ένα αξιόλογο ποσοστό (36,2%) έχει ήδη εγκαταστήσει αντλίες θερμότητας. Ωστόσο, η υιοθέτηση πιο σύνθετων τεχνολογιών, όπως συστήματα κεντρικού ελέγχου (BMS) και έξυπνοι μετρητές, παραμένει περιορισμένη και εντοπίζεται κυρίως σε ξενοδοχεία 4 και 5 αστέρων.
Η διαχείριση του νερού είναι ένας τομέας όπου οι πιο οικονομικές λύσεις εφαρμόζονται ευρέως: περισσότερο από το 50% των μονάδων χρησιμοποιεί μειωτήρες ροής ή αισθητήρες στις βρύσες και τα ντους, ενώ το 60% έχει θέσει στόχους μείωσης κατανάλωσης. Παρόλα αυτά, μόνο το 32% διαθέτει οργανωμένα συστήματα παρακολούθησης της κατανάλωσης, γεγονός που περιορίζει τη δυνατότητα αξιολόγησης και βελτίωσης των πρακτικών.
Η εικόνα είναι πιο ανησυχητική στον τομέα των αποβλήτων. Παρόλο που η ανακύκλωση βασικών υλικών όπως το χαρτί και το πλαστικό έχει υιοθετηθεί από το 60% περίπου των ξενοδοχείων, η παρακολούθηση και η ελαχιστοποίηση του food waste εφαρμόζεται μόνο από το 20% των ξενοδοχείων με εστιατόριο. Οι πρακτικές κομποστοποίησης παραμένουν σε πολύ χαμηλά επίπεδα, ενώ η επαναχρησιμοποίηση τροφίμων για σίτιση προσωπικού είναι η πιο διαδεδομένη μορφή διαχείρισης υπολειμμάτων κουζίνας. Στην έρευνα έγινε επίσης κατηγοριοποίηση των επιχειρήσεων στον τομέα της ανακύκλωσης και διαχείρισης αποβλήτων σε πέντε γκρούπ, ενδεικτικά της κατάστασης:
1. Χρήστες Ανακύκλωσης Υψηλής Τεχνολογίας (High Tech Recyclers) – 9,4%
- Υιοθετούν συστήματα παρακολούθησης αποβλήτων και food waste.
- 25% ανήκει σε 5* ξενοδοχεία.
- 33% διαθέτει πάνω από 100 δωμάτια.
2. Ειδικοί στη Διαχείριση Αποβλήτων (WM Experts) – 9,3%
- 50% είναι 4* ή 5* με τουλάχιστον 50 δωμάτια.
- Υιοθέτηση πρακτικών διαχείρισης >90%.
3. Μινιμαλιστές (Minimalists) – 33,9%
- Η μεγαλύτερη κατηγορία.
- Μόνη πρακτική: βασική ανακύκλωση.
- Δεν έχει σαφή γεωγραφική ή ποιοτική ταυτότητα.
4. Μη Εμπλεκόμενοι (Non-engaged) – 19,4%
- 60% είναι μικρά, οικογενειακά ξενοδοχεία (περίπου 20 δωμάτια), 1*-2*.
- Σχεδόν καμία πρακτική διαχείρισης αποβλήτων.
5. Ισορροπημένες Επιδόσεις (Balanced Performers) – 12,6%
- Καλή επίδοση τόσο στην ανακύκλωση όσο και στη μείωση υλικών.
- 35% στο Νότιο Αιγαίο.
- 90% μικρά, οικογενειακά ξενοδοχεία.
6. Συνειδητοποιημένοι βάσει κόστους (Cost Conscious) – 15,4%
- Εστιάζουν σε πρακτικές που μειώνουν κόστος.
- Μόνο 10% διαθέτει περιβαλλοντικές πιστοποιήσεις.
Αξιοσημείωτη είναι και η προσπάθεια ένταξης τοπικών και φιλικών προς το περιβάλλον προϊόντων, με περισσότερα από τα μισά ξενοδοχεία να δηλώνουν ότι συνεργάζονται με τοπικούς παραγωγούς. Ωστόσο, αυτή η συνεργασία σκοντάφτει συχνά σε εμπόδια όπως το υψηλό κόστος, η εποχικότητα και η έλλειψη πιστοποιήσεων. Παράλληλα, αν και περίπου το 40% των ξενοδοχείων υλοποιεί δράσεις περιβαλλοντικής ή πολιτιστικής ευθύνης, οι πραγματικά δομημένες πολιτικές εταιρικής βιωσιμότητας παραμένουν περιορισμένες. Λιγότερο από το 14% διαθέτει πιστοποιήσεις όπως ISO 14001, Green Key ή Travelife.
Συνολικά, παρατηρούμε μια θετική τάση του τομέα, και-πολύ σημαντικό- μια διάθεση για περαιτέρω δράση και συνέργειες. Η «ψαλίδα» όμως είναι ακόμα πολύ ανοιχτή, με σαφείς διαφορές μεταξύ μικρών και μεγάλων επιχειρήσεων. Τα ξενοδοχεία άνω των 100 δωματίων έχουν τη δυνατότητα να επενδύσουν σε τεχνολογία και πιστοποιήσεις, ενώ τα μικρά οικογενειακά ξενοδοχεία με λιγότερα από 30 δωμάτια περιορίζονται σε λύσεις χαμηλού κόστους. Οι μεσαίες μονάδες, από 30 έως 100 δωμάτια, αποτελούν το κρίσιμο «πεδίο πολιτικής», καθώς έχουν τη δυναμική αλλά χρειάζονται υποστήριξη για να προχωρήσουν.

Η έρευνα του Ινστιτούτου Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων, χαρτογράφησε την πορεία βιωσιμότητας των ελληνικών ξενοδοχείων, αποτυπώνοντας θετικές τάσεις, αλλά και υπαρκτές προκλήσεις.